Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

Το τίμημα της πελατειακής πολιτικής (Κ.Σημίτης)

Η Ελλάδα παρουσιάζει την εικόνα μιας χώρας σε βαθιά κρίση. Χάθηκαν η αισιοδοξία, η αίσθηση οικονομικής σταθερότητας και αναπτυξιακής δυναμικής, η βεβαιότητα ότι ο τόπος βρίσκεται σε ανοδική πορεία που κυριαρχούσαν το καλοκαίρι του 2004. Χάθηκε η εθνική αυτοπεποίθησή μας. Επικρατεί ανασφάλεια, απαισιοδοξία, φόβος. Ολοι διερωτώνται, πώς και γιατί φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο.

Η Ελλάδα πέτυχε μετά το 1974 να εξασφαλίσει σταθερότητα στη δημοκρατία της. Αλλά δεν μπόρεσε να απαλλαγεί από κοινωνικές δομές, νοοτροπίες και συμπεριφορές που καθορίζουν αρνητικά την οικονομική και κοινωνική πορεία της. Κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της περιόδου από το 1974 μέχρι το 2010 οι κυβερνήσεις προσαρμόστηκαν προς το υπάρχον. Απέφυγαν ρήξεις, δεν έδωσαν έκταση και συνέχεια σε αναγκαίες κοινωνικές αλλαγές, ανέτρεψαν βήματα προόδου.

Ο κοινωνικός συμβιβασμός που στηρίζει τη λειτουργία της ελληνικής κοινωνίας καθορίζεται από το πελατειακό σύστημα, τις κρατικές παροχές σε διάφορες κοινωνικές ομάδες και την άσκηση της εξουσίας με βασικό κριτήριο την αποφυγή του πολιτικού κόστους. Ο συμβιβασμός αυτός αποδείχθηκε σε βάθος χρόνου ισχυρότερος από τις προσπάθειες για την κοινωνική αλλαγή και τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της κοινωνίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οικονομική πολιτική. Επηρεαζόταν για μεγάλα διαστήματα αποφασιστικά από την επιδίωξη να εξυπηρετούνται οι ψηφοφόροι της κυβερνητικής παράταξης με παροχές είτε υπήρχαν πόροι είτε όχι. Τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του τόπου έπαιζαν δευτερεύοντα ρόλο.

Παρ’ όλα αυτά, αρχές του 2004, η Ελλάδα είχε φτάσει με πολλή προσπάθεια και επιμονή σε ένα πρωτόγνωρο οικονομικό επίπεδο. Είχε ενταχθεί στην ΟΝΕ. Εφάρμοσε μια οικονομική πολιτική που καταπολέμησε χρόνιες ανισορροπίες και μια κοινωνική πολιτική που αύξησε το εισόδημα και μείωσε τις ανισότητες. Τα χαμηλά επιτόκια, ο χαμηλός πληθωρισμός και η σταθερότητα του μακροοικονομικού περιβάλλοντος αύξησαν τις επενδύσεις, αλλά και την κατανάλωση. Οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν υψηλοί. Ο κίνδυνος φτώχειας μειώθηκε. Θεσμικές αλλαγές προώθησαν τον εκσυγχρονισμό. Η ανανεωτική προσπάθεια που έγινε περιόρισε, αλλά όμως δεν ανέτρεψε την υστέρηση της χώρας.

Οι αντιδράσεις στις διαρθρωτικές μεταβολές ήταν πολλές και έντονες, όπως έδειξαν οι διαμαρτυρίες κατά της ρύθμισης του ασφαλιστικού. Οι αλλαγές μεταφράζονταν από το θυμικό του πολίτη απλοϊκά σε νέα λιτότητα και ζόρια για τους εργαζόμενους. Χρειαζόταν όμως επιμονή και συνέχεια στις μεταρρυθμίσεις, ώστε η προσαρμογή στις συνθήκες της Ευρωζώνης να είναι βιώσιμη.

Η επάνοδος της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση, τον Μάρτη του 2004, σηματοδότησε την ορμητική επιστροφή της πελατειακής αντίληψης. Η άσκηση της εξουσίας με κύριο στόχο την ενίσχυση της δύναμης του κυβερνητικού κόμματος και τη στήριξη των πελατών του αποτέλεσε την πρωταρχική επιδίωξή της. Επιδίωξη που αποτέλεσε μήνυμα προς τους ψηφοφόρους να εκμεταλλευθούν κάθε δυνατότητα αξιοποίησης της εύνοιας του κράτους. Αποτέλεσμα ήταν οι δεκάδες χιλιάδες διορισμοί στο Δημόσιο με ειδικές διαδικασίες, η πληθώρα χαριστικών ρυθμίσεων, τα προνόμια και οι ειδική μεταχείριση για τους φίλους, η γενικευμένη αλόγιστη σπατάλη. Το δημοσιονομικό έλλειμμα στο τέλος του 2009 ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, μια που η πελατειακή πολιτική απαιτούσε όλο και περισσότερα χρήματα για διεύρυνση του κύκλου των εξυπηρετουμένων. Η κυβέρνηση εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια προσαρμογής στο ευρωπαϊκό περιβάλλον. Πολιτευόταν με μόνο στόχο να κερδίσει τις εκλογές. Η Ελλάδα έγινε σε όλο τον κόσμο παράδειγμα επιπόλαιης και ασυνείδητης οικονομικής συμπεριφοράς. Η έκφραση «ελληνικό πρόβλημα» καθιερώθηκε για την περιγραφή ενός δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Το δημοσιονομικό πρόβλημα δεν είναι η μόνη κληρονομιά της Νέας Δημοκρατίας. Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας επιδεινώθηκε. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου έφτασε σε πρωτόγνωρα ύψη, ήταν ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο. Δανειζόμασταν συνεχώς για να καταναλώνουμε ολοένα και περισσότερα απ’ όσα παρήγαμε. Σωρεύτηκε έτσι ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό. Η κρίση, για την οποία τα πολιτικά κόμματα αρχικά ισχυρίζονταν ότι αφορά κυρίως τις αναπτυγμένες χώρες, ξέσπασε με πρωτοφανή ένταση στην Ελλάδα.

Το αποκορύφωμα κοντόφθαλμης συμπεριφοράς τα χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας υπήρξε η απογραφή του 2004. Με την αναθεώρηση των ελλειμμάτων προηγουμένων ετών, η Νέα Δημοκρατία διόγκωσε τα ελλείμματα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, μεταφέροντας μελλοντικές υποχρεώσεις στο παρελθόν. Με το τέχνασμα αυτό πέτυχε να διευρύνει τα περιθώρια μελλοντικών δαπανών της και άρα της άσκησης πελατειακής πολιτικής με τη χορήγηση κρατικών παροχών. Κατά τον σχεδιασμό αυτής της επιχείρησης, αδιαφόρησε για την αρνητική εντύπωση που θα προέκυπτε για τη χώρα από την αλλαγή των στοιχείων. Οι στόχοι της ήταν βραχυπρόθεσμοι και αφορούσαν το εσωτερικό. Στην Ενωση, όμως, θεώρησαν ότι η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην ΟΝΕ με παραπλάνηση. Διαμορφώθηκε κλίμα σε βάρος της χώρας. Τούτο παρ’ όλο που τα δημοσιονομικά ελλείμματα και άλλων χωρών αποδείχθηκαν ανώτερα του ορίου 3% κατά το έτος της κρίσεως για την ένταξή τους στην ΟΝΕ. Η Ελλάδα στιγματίστηκε καίτοι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε αργότερα ως ορθή την καταγραφή των αμυντικών δαπανών με τη μέθοδο που είχε εφαρμοσθεί επί των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Οταν τα επόμενα χρόνια τα στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης της Ν.Δ. διαψεύστηκαν από τα γεγονότα, η αμφισβήτηση της χώρας πήρε τη μορφή ευρωπαϊκής κατακραυγής. Ηταν μία από τις αιτίες της κατάρρευσης.

Οι αρνητικές διεθνείς συνθήκες σίγουρα επηρέασαν τα προβλήματα της χώρας. Ο κύριος υπεύθυνος ήταν όμως η κυρίαρχη πολιτική νοοτροπία, οι παροχές, το εύκολο χρήμα, η αποφυγή δυσάρεστων περιορισμών, οι χωρίς μέτρο απαιτήσεις των πελατών–ψηφοφόρων. Αλλοτε, υπήρχαν φρένα σε τέτοιες αντιλήψεις. Οταν νόμισμά μας ήταν η δραχμή, οι αγορές αντιδρούσαν ταχύτατα σε ανισορροπίες της οικονομίας, υποτιμώντας την αξία του νομίσματος και αυξάνοντας το επιτόκιο δανεισμού. Οι κυβερνήσεις ήταν αναγκασμένες να διορθώσουν την πολιτική τους για να μπορέσουν να δανειστούν. Με το ευρώ δημιουργήσαμε νέες συνθήκες για επενδύσεις, την επέκταση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αλλά και για την εισαγωγή αγαθών και υπηρεσιών χωρίς τον άμεσο κίνδυνο νομισματικών αναταράξεων. Αρχισε μια νέα περίοδος που απαιτούσε περισσότερη υπευθυνότητα. Επρεπε να προσέχουμε την πτώση των ρυθμών ανάπτυξης, την έλλειψη διαρθρωτικών μεταβολών, την ασυδοσία στη διαχείριση των κρατικών πόρων. Από το 2004 και μετά, η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν έδωσε σημασία στις αδυναμίες μας. Εμπιστεύθηκε την αυτόματη σταθεροποίηση μέσω της αγοράς και την επικοινωνιακή της ικανότητα. Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός που προέκυψε ξεσκέπασε τα προβλήματα που κάλυπτε η οχύρωση πίσω από το ευρώ.

Τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα κατά την περίοδο διακυβέρνησης της Ν.Δ. δεν ήταν ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο. Και άλλοτε υπήρχαν υψηλά ελλείμματα. Η πελατειακή δημοσιονομική πολιτική που κυριάρχησε κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το 1974 έως το 1996 ήταν η κύρια αιτία των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και της περιορισμένης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν όλα τα χρόνια χαμηλός. Κατά το διάστημα 1981 - 1995, ήταν 1,1% κατά μέσον όρο τον χρόνο. Αρχισε να βελτιώνεται αισθητά μόνο από το 1996 και μετά. Κυμάνθηκε από το 1996 έως και το 2003 κατά μέσον όρο στο 3,6% τον χρόνο. Ο μέσος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων ήταν, στη δεκαετία 1986 - 1995, 1,2%, ενώ κατά το διάστημα 1996 - 2003 πάνω από το 8,5%. Μετά το 2004 ήταν πάλι χαμηλός, περίπου 0,8% κατά μέσον όρο μέχρι το 2009. Η χώρα δεν μπόρεσε να βρει τους αναγκαίους νέους δρόμους για την ανάπτυξη της οικονομίας της.

Η κοινωνική ειρήνη που εξασφαλίζεται με πελατειακές παροχές είναι ευπρόσδεκτη από κόμματα και πολίτες. Τα κόμματα διευρύνουν έτσι την εξουσία τους παρέχοντας προστασία και χρήματα. Οι πολίτες παίρνουν κάτι που προσδοκούν και θεωρείται αποδεκτό στο συνηθισμένο πλαίσιο των συναλλαγών με την εξουσία. Η δημόσια διοίκηση είναι ήδη προσανατολισμένη σε κλαδικές, τομεακές ή ειδικές ρυθμίσεις και ικανοποίηση επιμέρους συμφερόντων. Η κοινή γνώμη είναι εθισμένη σε εξυπηρετήσεις και δεν αντιδρά. Η δημόσια συζήτηση δίνει μάλιστα προτεραιότητα στις αντιπαραθέσεις κοινωνικών ομάδων με το κράτος, δείχνει προτίμηση για τους διαμαρτυρόμενους και χαιρετίζει την τακτοποίηση εκκρεμοτήτων. Οι ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις ευνοϊκών ρυθμίσεων υποβαθμίζονται, όπως συνέβη στις περιπτώσεις των συμφωνιών για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις στην Ολυμπιακή, στον ΟΤΕ και πρόσφατα στον ΟΛΠ. Υπάρχει μια γενική και σιωπηρή συμφωνία: αναγκαίος όρος της κοινωνικής ισορροπίας είναι οι κρατικές παροχές.

Αναπόφευκτη συνέπεια αυτού του κοινωνικού συμβιβασμού είναι η πολιτική να ασχολείται με μικροπροβλήματα, με τα τρέχοντα αιτήματα των κοινωνικών ομάδων και την αποφυγή πολιτικού κόστους. Η προώθηση της ανάπτυξης, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η διαμόρφωση των προϋποθέσεων για μια κοινωνία της γνώσης έχουν δευτερεύουσα μόνο σημασία.

Αυτή είναι και η αιτία που σοβαρά προβλήματα, σχέδια ή μελέτες για το τι πρέπει να γίνει συναντούν αντιδράσεις από τα κόμματα και προκαλούν τον φόβο απώλειας ψήφων. Οι οπαδοί της πελατειακής πολιτικής πιστεύουν ότι τακτικές κινήσεις και υποσχέσεις μπορούν να βοηθήσουν πολύ πιο αποτελεσματικά την κατάληψη και την άσκηση της εξουσίας.
Το πελατειακό σύστημα εντείνει την αντιπαλότητα των κομμάτων. Η διαμόρφωση μιας ευρύτερα αποδεκτής άποψης στην κοινή γνώμη για το πρακτέο στη χώρα τους είναι λίγο έως πολύ αδιάφορο. Εκείνο που τα ενδιαφέρει είναι οι μοχλοί της εξουσίας. Για να τους κυριεύσουν μάχονται με κάθε τρόπο το ένα το άλλο. Θύμα είναι η συνέχεια στη λειτουργία των θεσμών. Κάθε αλλαγή κυβέρνησης συνεπάγεται την ανατροπή, στο μέτρο του δυνατού, της πολιτικής που ακολουθήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, όπως και την ολική αλλαγή των υπευθύνων στα διάφορα επίπεδα της διοίκησης. Παρεμποδίζεται έτσι η δημιουργία μιας κοινής συνείδησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της χώρας.

Το θέμα της χρηματοδότησης των παροχών δεν απασχολεί ευρύτερα την κοινωνία. Θεωρεί ότι ένα κόμμα εξουσίας που υπόσχεται, έχει και την ευθύνη της εξεύρεσης των πόρων. Συνέπεια της νοοτροπίας «εδώ και τώρα παροχές» είναι οι απότομες οικονομικές μεταπτώσεις. Οσα η χώρα κατέκτησε σε μια κοπιώδη και χρονοβόρα διαδικασία μπορούν να αλλάξουν ταχύτατα προς το χειρότερο. Κοινωνικοί φραγμοί στην επενδυμένη με λαϊκισμό κατασπατάληση δεν υπάρχουν. Το έδειξαν τα τελευταία χρόνια.
Στη σύγχρονη πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης, οι οπισθοδρομήσεις πληρώνονται ακριβά. Οι δυνατότητες συρρικνώνονται, οι ευκαιρίες χάνονται, η υστέρηση διευρύνεται ταχύτατα. Οι κρίσεις μας βρίσκουν τότε πιο ευάλωτους. Είναι πιο έντονες. Μας ταλαιπωρούν για περισσότερο χρόνο, όπως θα συμβεί με την τρέχουσα κρίση.

Η κρίση που βιώνουμε επώδυνα δίνει και μία ευκαιρία. Να ξανασκεφτούμε και να επανεκτιμήσουμε διαχρονικές συμπεριφορές και αντιλήψεις. Το πολιτικό σύστημα να μην περιορισθεί μόνο στην αναζήτηση τρόπων εξόδου από την οικονομική κρίση, αλλά να αφήσει πίσω του οριστικά, πελατειακές πολιτικές και ψευδεπίγραφες κοντόφθαλμες θεωρίες περί πολιτικού κόστους.

Η κοινωνία να αναλάβει το μερίδιο της δικής της ευθύνης. Να πάψει να πιέζει για προνομιακές μεταχειρίσεις που λειτουργούν τελικά σε βάρος των αδυνάμων ή εκείνων που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να πιέζουν και να εκβιάζουν.

Ολοι μαζί να συμφωνήσουμε και να χτίσουμε ένα νέο συλλογικό συμφέρον για τον τόπο και την κοινωνία με επιμονή, συνέπεια και θάρρος. Να εργαστούμε χωρίς αναβολές για μια χώρα που σχεδιάζει, παράγει, δημιουργεί και αναπτύσσεται. Θα είναι η καλύτερη εγγύηση ότι οι θυσίες που καταβάλλει σήμερα ο ελληνικός λαός θα πιάσουν τόπο.

Του Κώστα Σημίτη
Πρώην πρωθυπουργού
2.5.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ShareThis