ΤΑ «ΡΕΤΙΡΕ»
Παλαιό το ζήτημα των αμοιβών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ειδικότερα στις ελλειμματικές κρατικές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, όπως εκείνες των αστικών συγκοινωνιών, των αερομεταφορών, του σιδηροδρόμου και άλλες.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε περιόδους δημοσιονομικής καχεξίας και περιστολής των δαπανών είχε αποδώσει τις διαφορές μισθών μεταξύ των «προνομιούχων» του δημόσιου τομέα και των υπολοίπων εργαζομένων με τον όρο «ρετιρέ». Σε αυτόν τον όρο στηρίχθηκε προκειμένου να ελέγξει τις υπερδαπάνες των παραπάνω επιχειρήσεων.
Στην παρούσα δυσμενή συγκυρία για τα δημόσια οικονομικά ο υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφης επανήλθε θέτοντας εκ νέου ζήτημα αμοιβών στις ελλειμματικές κρατικές επιχειρήσεις, οι οποίες εξ αντικειμένου, σε όλον τον κόσμο, δύσκολα εμφανίζουν κερδοφορία, ακόμη και όταν διοικούνται πολύ αποτελεσματικότερα. (Είναι η φύση της δραστηριότητας, ο κοινωνικός χαρακτήρας των παρεχόμενων υπηρεσιών, που πάντα θα απαιτεί κρατικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις.)
Το δίλημμα που κατά καιρούς τίθεται και τώρα επανέρχεται είναι αν σε αυτές τις ελλειμματικές επιχειρήσεις μπορούν να προσφέρονται υπεραμοιβές και ποιο μπορεί να είναι το ανεκτό όριο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που ο υπουργός Οικονομίας κατέθεσε στο Κοινοβούλιο, η μέση ετήσια αμοιβή στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς (συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών) ανέρχεται σε 43.280 ευρώ, έναντι 27.174 ευρώ για το σύνολο των αμοιβών στην οικονομία και 23.045 ευρώ για τον ιδιωτικό τομέα αυτής.
Οι διαφορές είναι εμφανείς και η απόσταση μεγάλη μεταξύ των εργαζομένων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και του ιδιωτικού τομέα.
Παρά ταύτα δεν μπορούμε να μιλάμε για υπεραμοιβές σε αυτόν τον καιρό της ακρίβειας και να απαιτούμε την εξίσωση όλων προς τα κάτω, ούτε βεβαίως μπορούμε να αρνηθούμε τον ζητούμενο έλεγχο των δαπανών σε περιόδους που το κράτος πένεται.
Η λύση δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι μονομερής. Οι εργαζόμενοι θα υπέστελλαν τις διεκδικήσεις τους αν ένιωθαν ότι και τα άλλα στοιχεία του κόστους τελούν υπό έλεγχο και οι επιχειρήσεις νοικοκυρεύονται.
Αν οι διοικήσεις των αστικών συγκοινωνιών, του ΟΣΕ, της Ολυμπιακής ήταν λιτές και η οικονομική διαχείριση χρηστή και αυστηρή, χωρίς υπερπρομήθειες και άλλα σκανδαλώδη, πιο εύκολη θα ήταν η δουλειά του υπουργού Οικονομίας...
ΤΟ ΒΗΜΑ Παλαιό το ζήτημα των αμοιβών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ειδικότερα στις ελλειμματικές κρατικές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, όπως εκείνες των αστικών συγκοινωνιών, των αερομεταφορών, του σιδηροδρόμου και άλλες.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε περιόδους δημοσιονομικής καχεξίας και περιστολής των δαπανών είχε αποδώσει τις διαφορές μισθών μεταξύ των «προνομιούχων» του δημόσιου τομέα και των υπολοίπων εργαζομένων με τον όρο «ρετιρέ». Σε αυτόν τον όρο στηρίχθηκε προκειμένου να ελέγξει τις υπερδαπάνες των παραπάνω επιχειρήσεων.
Στην παρούσα δυσμενή συγκυρία για τα δημόσια οικονομικά ο υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφης επανήλθε θέτοντας εκ νέου ζήτημα αμοιβών στις ελλειμματικές κρατικές επιχειρήσεις, οι οποίες εξ αντικειμένου, σε όλον τον κόσμο, δύσκολα εμφανίζουν κερδοφορία, ακόμη και όταν διοικούνται πολύ αποτελεσματικότερα. (Είναι η φύση της δραστηριότητας, ο κοινωνικός χαρακτήρας των παρεχόμενων υπηρεσιών, που πάντα θα απαιτεί κρατικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις.)
Το δίλημμα που κατά καιρούς τίθεται και τώρα επανέρχεται είναι αν σε αυτές τις ελλειμματικές επιχειρήσεις μπορούν να προσφέρονται υπεραμοιβές και ποιο μπορεί να είναι το ανεκτό όριο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που ο υπουργός Οικονομίας κατέθεσε στο Κοινοβούλιο, η μέση ετήσια αμοιβή στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς (συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών) ανέρχεται σε 43.280 ευρώ, έναντι 27.174 ευρώ για το σύνολο των αμοιβών στην οικονομία και 23.045 ευρώ για τον ιδιωτικό τομέα αυτής.
Οι διαφορές είναι εμφανείς και η απόσταση μεγάλη μεταξύ των εργαζομένων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και του ιδιωτικού τομέα.
Παρά ταύτα δεν μπορούμε να μιλάμε για υπεραμοιβές σε αυτόν τον καιρό της ακρίβειας και να απαιτούμε την εξίσωση όλων προς τα κάτω, ούτε βεβαίως μπορούμε να αρνηθούμε τον ζητούμενο έλεγχο των δαπανών σε περιόδους που το κράτος πένεται.
Η λύση δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι μονομερής. Οι εργαζόμενοι θα υπέστελλαν τις διεκδικήσεις τους αν ένιωθαν ότι και τα άλλα στοιχεία του κόστους τελούν υπό έλεγχο και οι επιχειρήσεις νοικοκυρεύονται.
Αν οι διοικήσεις των αστικών συγκοινωνιών, του ΟΣΕ, της Ολυμπιακής ήταν λιτές και η οικονομική διαχείριση χρηστή και αυστηρή, χωρίς υπερπρομήθειες και άλλα σκανδαλώδη, πιο εύκολη θα ήταν η δουλειά του υπουργού Οικονομίας...
Το ΒΗΜΑ, 03/08/2008 ,
Σελ.: A01
Κωδικός άρθρου: B15426A011ID: 296186
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου