Του ανταποκριτή μας στη Μοσχα Αχιλλεα Πατσουκα
Λένινγκραντ 1986. Ενα πρωινό στα τέλη εκείνου του καλοκαιριού γεννήθηκε η ιδέα στον πρύτανη του πανεπιστημίου της πόλης, της ίδρυσης τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών. Τα ηνία αυτού του παράτολμου για εκείνη την εποχή εγχειρήματος αποφάσισε να τα αναθέσει στην Φατίμα Γελόεβα, καθώς αν και μόλις 27 χρονών, η οσετικής καταγωγής Φατίμα μιλούσε ήδη έξι γλώσσες, διέθετε την υπομονή και το θάρρος, αλλά κυρίως είχε την γοητεία, που απαιτείτο προκειμένου να μεταφέρει σε νέους ηλικίας 18 χρονών την κουλτούρα ενός άλλου λαού. Τι δεν ήξερε; Ελληνικά, γεγονός που δεν την πτόησε, καθώς με παράτολμες ενέργειες όπως πιάνοντας από τρανζίστορ κρυφά ελληνικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, είτε «τρυπώνοντας» στο ξενοδοχείο «Εβρόπα» παριστάνοντας την Αμερικανίδα προκειμένου να βρει κάποια ελληνική εφημερίδα, κατάφερε τα πρώτα πέντε χρόνια να κρατήσει κυριολεκτικά μόνη της το τμήμα υπό τις απειλές του καθεστώτος, το οποίο της είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα πήγαινε ποτέ στην Ελλάδα. Τα δύσκολα χρόνια πέρασαν και η Φατίμα κατάφερε το 1990 να πατήσει ελληνικό έδαφος. Από τότε, κάθε Σεπτέμβρη μαζί με τους υπόλοιπους εξαιρετικούς καθηγητές του «Τμήματος Νεοελληνικών και Βυζαντινών Σπουδών» εξακολουθεί να υποδέχεται τους περίπου δέκα φοιτητές που έρχονται στο πανεπιστήμιο, με σκοπό να γνωρίσουν τα πάντα για τη χώρα μας. Τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, έχει επιλέξει να τον αφιερώνει και πάλι στη διδασκαλία καθώς, για το μεράκι της και μόνο, διδάσκει αρχαία Ελληνικά στο Κλασικό Γυμνάσιο της πόλης, το οποίο θεωρείται ως αυτό που φοιτούν τα πιο χαρισματικά παιδιά όλης της Ευρώπης. Σήμερα, μέσα από το σπίτι της που αν και αποτελεί αξιοθέατο, δυστυχώς δεν θα το βρείτε σε κανένα οδηγό της Αγίας Πετρούπολης, εξηγεί στην «Κ», τους λόγους για τους οποίους τα Ρωσόπουλα επιλέγουν το τμήμα της και όχι κάποιο άλλο, ερμηνεύει το φαινόμενο του φασισμού που αναβιώνει στην πόλη της, μιλάει για την αρχαία Ελλάδα, τον Καβάφη, τον Τσιτσάνη και μας εκμυστηρεύτεται τις αγαπημένες της συνήθειες στην Αθήνα.
Με μάγευε πάντα το λεγόμενο «ελληνικό θαύμα»
— Πριν από την ίδρυση του τμήματος ποια ήταν η σχέση σας με την Ελλάδα;
— Στη Ρωσία το πρώτο «παραμύθι» που διαβάζουμε είναι η Ελληνική Μυθολογία. Πριν αρχίσω να ασχολούμαι με τη σύγχρονη Ελλάδα, ο κόσμος της αρχαίας υπήρχε μέσα μου πολύ ζωντανός. Το γεγονός που με μάγευε ήταν αυτό που ονομάζεται «ελληνικό θαύμα». Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Ελληνες κατάφεραν να δημιουργήσουν όλες τις δομές που σήμερα αποτελούν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό - τη δημοκρατία, το θέατρο, την επιστήμη. Ετσι, γνωρίζοντας από κοντά τη σύγχρονη Ελλάδα σκόπευα να αποκωδικοποιήσω τον δικό μου πολιτισμό, μέσα από ένα ταξίδι με την καβαφική έννοια.
— Στα 20 χρόνια που είστε επικεφαλής έχετε κάνει μια άτυπη στατιστική για ποιο λόγο παιδιά ηλικίας 18 ετών επιλέγουν το τμήμα των Νέων Ελληνικών και όχι κάποια από τις εκατοντάδες επιλογές που προσφέρει το πανεπιστήμιο;
— Το τμήμα είναι πολύ δημοφιλές και μάλιστα για την είσοδο σε αυτό υπάρχει σκληρός συναγωνισμός καθώς για κάθε μια θέση διαγωνίζονται δέκα φοιτητές. Οι λόγοι διαφέρουν. Ορισμένα παιδιά από το σχολείο ενδιαφέρονται για τη σύγχρονη Ελλάδα, με την έννοια ότι επιθυμούν να μάθουν αν η χώρα σας συνεχίζει τη παράδοση της αρχαίας. Από την άλλη, αναμφισβήτητα η Ελλάδα είναι μια γοητευτική χώρα. Τέλος, υπάρχει μια κατηγορία φοιτητών που επισκέφτηκαν τη χώρα σας και επέστρεψαν γοητευμένοι.
Ενθουσιασμένα τα παιδιά
— Μιλήσατε προηγουμένως για αυτά που προσέφερε η αρχαία Ελλάδα. Στα ταξίδια που κάνετε στη χώρα μας, εσείς και οι μαθητές σας, υπήρξε ποτέ απογοήτευση για την εικόνα της σύγχρονης Ελλάδας;
— Οχι, ποτέ. Αυτή μάλιστα είναι μια ερώτηση που μου κάνουν συχνά Ελληνες όταν επισκέπτονται το πανεπιστήμιο και βλέπουν ότι επιλέγω να διδάσκω τη γλώσσα αποκλειστικά μέσω λογοτεχνικών κειμένων. Μπορεί να είναι ο πεζός λόγος του Ελύτη –το εξαιρετικό κείμενο που έχει γράψει για τον Θεόφιλο– ή μπορεί να είναι ο πεζός λόγος του Καζαντζάκη ή η κομψή καθαρεύουσα του Ροΐδη ή τα ποιήματα του Καβάφη. Για τους λόγους αυτούς με «κατηγορούν» καμιά φορά ότι δημιουργώ μια ιδανική εικόνα της Ελλάδας. Εγώ απαντάω πως το κάνω επίτηδες, με απόλυτη συνείδηση, παραπέμποντάς τους σε έναν ζεν - βουδιστικό μύθο, σύμφωνα με τον οποίον ένας σοφός προκειμένου να περιγράψει ένα ωραίο μαύρο άλογο έλεγε πως είναι άσπρη φοράδα. Για να ανακαλύψεις την αλήθεια πρέπει να χρησιμοποιήσεις μια μεταφορά, κάτι που σε έναν βαθμό το πράττω για να τους δείξω την πραγματική Ελλάδα. Είναι σαν να διαβάζεις τον Καβάφη, που σου δίνει πάντα αυτό που μπορείς να πάρεις. Οσο περισσότερα ξέρεις, όσο περισσότερο μορφωμένος είσαι, όσο περισσότερο έχεις καλλιεργήσει το αισθητήριό σου, τόσο περισσότερα θα κατανοήσεις από ένα λογοτεχνικό κείμενο. Το ίδιο ισχύει και με την Ελλάδα. Αν ξέρεις τι είναι το ρεμπέτικο, γνωρίζεις τη σιγανή φωνή του Καβάφη, την υπέροχη μουσικότητα του Σολωμού, ξέρεις ποια είναι η γλώσσα της πιάτσας, ποιος είναι ο ανεπανάληπτος επιτονισμός του Βασίλη Τσιτσάνη, όλα αυτά σε βάζουν στην ατμόσφαιρά της. Ωστόσο, κανένα από τα παιδιά που επιστρέφουν από το πρώτο τους ταξίδι στην Ελλάδα δεν εκφράζει παράπονο.
— Δηλαδή θεωρείτε γκρινιάρηδες όσους Ελληνες διαμαρτύρονται για την σημερινή εικόνα της χώρας;
— Σε κάθε εποχή υπήρχαν γκρίνιες. Οι άνθρωποι πάντα «μουρμουρίζουν» κάνοντας λόγο για ξεπεσμό ηθικής, για έλλειψη πραγματικής μόρφωσης και ότι οι νέοι δεν ξέρουν τίποτα για τη ζωή. Σημειωτέον, πως τις πρώτες παρόμοιες «γκρίνιες» τις συναντάμε στα πρώτα γραπτά μνημεία που βρέθηκαν, στις σουμερικές πινακίδες, της τρίτης χιλιετίας προ Χριστού. Αυτό που θεωρώ ότι δεν έπρεπε να αλλάξει είναι ότι με την έλευση της δημοτικής καταργήθηκαν τα Αρχαία Ελληνικά. Νομίζω πως αυτό ήταν ένα τραγικό σφάλμα, επειδή δεν περιορίζει μόνο τις δυνατότητες έκφρασης, αλλά και τη σχέση των ανθρώπων με τη δική τους κουλτούρα και το παρελθόν τους. Είναι προφανές πως οι άνθρωποι που σε κάποια φάση πήγαιναν στο γυμνάσιο και μάθαιναν αρχαία είχαν δυνατότητα να διαβάζουν τον Πλάτωνα και τους αρχαίους. Από την άλλη, αποτελεί θέατρο του παραλόγου το γεγονός πως οι νέοι δεν μπορούν να διαβάσουν Παπαδιαμάντη, Ροΐδη ή Βιζυηνό — τα κείμενα που παραμένουν αριστουργήματα του ελληνικού πεζού λόγου. Είμαι σίγουρη ότι οι δυσκολίες αυτές έχουν σχέση με ψυχολογικά εμπόδια, γιατί στην πραγματικότητα ένας Ελληνας μπορεί να κατανοήσει τον Παπαδιαμάντη. Οι δικοί μου μαθητές, έπειτα από έναν χρόνο εκμάθησης της Αρχαίας Ελληνικής, σε τρεις εβδομάδες αρχίζουν να μιλάνε τα νέα ελληνικά και από το δεύτερο έτος με άνεση να διαβάζουν τον Παπαδιαμάντη.
— Εχουν κοινά στοιχεία οι Ελληνες με τους Ρώσους;
— Αν μιλάμε για το επίπεδο πνευματικότητας και συναισθηματικότητας, νομίζω πως μοιάζουν οι πολιτισμοί μας. Δεν είναι σύμπτωση πως ο θρύλος λέει ότι ο Βλαντίμιρ διάλεξε τον χριστιανισμό επειδή ήταν μαγεμένος με την ομορφιά της λειτουργίας. Η ιδέα της ομορφιάς που ενθουσιάζει τον κόσμο είναι μια προχριστιανική ιδέα, αλλά για εμένα δεν είναι καθόλου σύμπτωση ότι οι Ρώσοι ειδωλολάτρες επέλεξαν την ορθοδοξία ως θρησκεία. Υπάρχει όμως μία διαφορά. Αναφερόμενοι στον ελληνικό χαρακτήρα λέμε πως είστε ανεξάρτητοι και φιλελεύθεροι, αναφερόμενοι στους Ρώσους λέμε ότι τους χαρακτηρίζει η υπομονή.
Θυσίες για την επανάσταση
— Είναι δυνατόν να υπάρξει επανάσταση χωρίς αίμα;
— Σίγουρα όχι. Η ιδέα της θυσίας, είναι μια εναρκτήρια ιδέα της ανθρώπινης μυθολογίας. Ολοι οι θρύλοι, όπως αυτή του γεφυριού της Αρτας, ή η ελληνική μυθολογία αναπτύχθηκαν βάσει της θεωρίας ότι οι θεοί ζητούν θυσίες. Πάντα όμως υπάρχουν άνθρωποι που δεν το δέχονται, ανάμεσά τους και εγώ. Παρόλο που η λογική της ανάπτυξης του κόσμου είναι διαφορετική.
— Υφίσταται σήμερα πραγματική Δημοκρατία;
— Νομίζω πως οποιαδήποτε ιδέα δεν εφαρμόζεται ιδανικά και στην πράξη. Η ιδέα υπάρχει αλλά ο τρόπος ανάπτυξής της είναι σχετικός. Το ίδιο και η Δημοκρατία. Κάνοντας ανάλυση της ζωής του Περικλή ξέρουμε το τραγικό αποτέλεσμα που είχε. Η πιο λαμπρή περίοδος της Ελλάδος και της ελληνικής δημοκρατίας τελείωσε τραγικά. Πάντως είναι πολύτιμο το γεγονός πως αυτή η ιδέα διατυπώθηκε, ζει ως εμπειρία και ότι διαπιστώσαμε πως το ανθρώπινο πνεύμα μπορεί να έχει αυτή την ελευθερία. Αυτό από μόνο του είναι πολύ σημαντικό.
«Ταξιδεύω με τη λογοτεχνία»
— Ποιους Ελληνες συγγραφείς εν ζωή αγαπάς;
— Οταν σκέφτομαι την Ελλάδα, πρώτα έρχονται στο μυαλό μου οι συγγραφείς της. Η Ζυράνα Ζατέλη κατάφερε να αναβιώσει τον υπέροχο κόσμο της βόρειας Ελλάδος, τα χιονισμένα βουνά, μια μαγική και λίγο τρελή οικογένεια, η Ρέα Γαλανάκη μας φέρνει στον κόσμο της Κρήτης, το εγκόσμιο γαλάζιο της θάλασσας, μια ιεροποιημένη γεωγραφία του εθνικού χώρου στο αγαπημένο μου μυθιστόρημα «Η ζωή του Ισμαήλ Φερίκ Πασά». Ο Μάνος Ελευθερίου, το έργο του οποίου θαυμάζω, μου ανακαλύπτει την μελωδία της Σύρου… Από τα διηγήματα της Βάσιας Ξανθάκη μαθαίνω για τα αρχοντικά των Αμπελακίων. Θα μπορούσα να συνεχίζω αυτή τη λίστα - δεν θα ήθελα να σταματήσω… Είναι ένα ταξίδι στην Ελλάδα που δεν διακόπτω σχεδόν ποτέ. Αλλο κλειδί για την Ελλάδα είναι η μελοποιημένη ποίηση. Ξέρουμε ότι η αρχαία ποίηση είχε μια μελωδία, τραγουδιόταν. Ολοι μας ξέρουμε ότι η «ποίηση είναι ξόρκια» –έτσι λειτουργεί και έτσι άρχισε– και τα ξόρκια τραγουδιώνται και έχουν ρυθμό. Σ’ αυτό το σημείο, η Ελλάδα παρουσιάζει μια αδιάσπαστη σχέση με την αρχαία παράδοση. Οταν ο Θεοδωράκης γράφει μουσική στο Αξιον Εστί και όλη η Ελλάδα, τραγουδάει «Ενα το χελιδόνι», αυτό είναι μεγαλειώδες, καθότι πρόκειται για δύσκολη ποίηση. Είμαι απολύτως σίγουρη πως ακόμα και ένας βοσκός που τραγουδάει στην Αρκαδία «Ενα το χελιδόνι» καταλαβαίνει τι ακριβώς λέει αυτή η ποίηση και εδώ πάλι μιλάμε για την πνευματικότητα του ελληνικού λαού. Και πώς να ξεχωρίσουμε την ποίηση του Νίκου Γκάτσου από τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Σήμερα αυτή την παράδοση συνεχίζει ο Μιχάλης Γκανάς.
Ξενάγηση σε μιαν άλλη Αθήνα
— Οταν έρχεσαι στην Αθήνα, ποιες είναι οι αγαπημένες σου συνήθειες;
— Το ωραιότερο συναίσθημα που ζω κάθε φορά που φθάνω στη χώρα σας είναι ο ζεστός αέρας που με χτυπάει μόλις βγαίνω από το αεροπλάνο. Μου αρέσουν ακόμα τα καφενεία όπου ακόμα βρίσκεις τα χοντρά φλιτζάνια του καφέ, το «Δίπορτο» στην Αθηνάς που μας θυμίζει την ατμόσφαιρα των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη, ενώ νοσταλγώ του Ζόναρ’ς. Βέβαια αγαπημένα μου μέρη είναι αυτά που εσείς ονομάζετε «άσχημη Αθήνα». Για παράδειγμα το καλύτερό μου είναι να βρίσκομαι στην συμβολή της Πανεπιστημίου με την Ιπποκράτους. Νομίζω πως αυτός ο αέρας θα με απογειώσει. Το πρώτο που κάνω συνήθως στην Αθήνα είναι να πηγαίνω στην οδό Μουρούζη και να χαιρετάω το σπίτι του Γιώργου Σαββίδη. Εκεί μπαίνεις σε μια τρύπα μεταξύ δυο σπιτιών και ξαφνικά σου αποκαλύπτεται ένα νεοκλασικό σπίτι όπως ο μαγικός κήπος στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Ετσι μου χαμογελάει η Αθήνα.
Ο φασισμός αναβιώνει λόγω της αδιαφορίας μας
— Η πανέμορφη πόλη στην οποία ζείτε εκπέμπει μια μυστήρια ενέργεια.
— Αυτή η πόλη πράγματι είναι ιδιόρρυθμη. Οταν δεν υπήρχε η δυνατότητα να ταξιδεύουμε στην ΕΣΣΔ, πάντα έλεγα πως μάλλον είναι αυταπάτη μας, επειδή δεν είδαμε άλλες πόλεις, «λιμένες πρωτοειδωμένους», και είχαμε έλλειψη εμπειριών. Τώρα ξέρω πως η πόλη αυτή είναι απίστευτα όμορφη. Από μικρή πάντα σκεφτόμουν την ομορφιά της πόλης, κάτι που ορισμένες φορές είναι κουραστικό, καθώς μέχρι σήμερα που πηγαίνω πεζή στο πανεπιστήμιο συνεχίζω να την εξετάζω. Αποτέλεσμα να μην μπορώ να ξεκουραστώ, καθώς δεν σκέφτομαι κάτι δικό μου αλλά την πόλη. Είναι τόσο ωραία και έντονη που μου τραβάει την προσοχή. Ο άνθρωπος είναι ένα ον πλασμένο για να πολεμάει την άγρια φύση του και αυτή η πόλη είναι 100% αφύσικη. Ο Ντοστογιέφσκι χρησιμοποίησε τη φράση πως «η πόλη αυτή είναι πλασμένη με μια σκέψη», καθώς είναι μοναδική περίπτωση στην ευρωπαϊκή ιστορία που μια πόλη χτίστηκε με τέτοιο τρόπο. Ο Μέγας Πέτρος ήταν ιδιοφυΐα και βάρβαρος. Εντυπωσιασμένος από τη δυτική Ευρώπη, που ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από την Ρωσία, του δημιουργήθηκε το όνειρο αυτής της πόλης. Η ιδέα ενός ταλαντούχου βαρβάρου για τη Δυτική Ευρώπη, για τη Βενετία και το Αμστερνταμ πραγματοποιήθηκε με αυτόν τον παράξενο τρόπο και για αυτό μιλάμε για ενέργεια. Ηταν απίστευτος ο σύντομος χρόνος που χτίστηκε η μοντέρνα για την εποχή πόλη. Κατασκευάστηκε σαν σκηνικό — της λείπει σάρκα αυτής της πόλης. Οταν περπατάς στους δρόμους της Ρώμης και του Παρισιού αισθάνεσαι στρώματα ενέργειας, αισθάνεσαι τις ανθρώπινες γενιές και αντιλαμβάνεσαι πως αυτές οι πόλεις μοιάζουν με ζωντανά πλάσματα. Στην Αγία Πετρούπολη αυτό δεν υπάρχει γιατί χτίστηκε αμέσως και με αρκετά φθηνά υλικά. Χτίστηκε στην κυριολεξία πάνω στις βάρκες και στα κόκαλα των σκλάβων που πέθαναν. Ολα αυτά δημιουργούν μια δραματική αλλά παράλληλα έντονα ποιητική ατμόσφαιρα που έχει ως αποτέλεσμα την λογοτεχνία της Αγ. Πετρούπολης. Δεν είναι σύμπτωση ότι είναι πόλη του Πούσκιν, του Μπρότσκι, οι οποίοι άντλησαν ενέργεια από αυτή την πόλη. Εμείς περπατάμε σε ένα στενάκι και ξέρουμε ότι εδώ έμενε η Σόνιουτσκα Μαρμελάντοβα, η ηρωίδα του Ντοστογιέφσκι. Μια στενή μου φίλη έμεινε για χρόνια στο δωμάτιο όπου ο Ρασκόλνικοφ εξομολογήθηκε στη Σόνια για το κρίμα του.
Ο δυστυχισμένος αγριεύει
— Πώς εξηγείτε ότι σε αυτή την πόλη που ένιωσε περισσότερο από κάθε άλλη τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σήμερα αναβιώνει ξανά ο φασισμός;
— Αυτό αναρωτιέμαι και εγώ. Η πόλη αυτή ήταν πάντα κοσμοπολίτικη, χτίστηκε από ξένα χέρια, με συνείδηση ωστόσο ρωσική. Οταν λέμε ρωσική κουλτούρα πρέπει να καταλάβουμε πως υπάρχουν δύο φαινόμενα. Κατ’ αρχήν υπάρχει η λαϊκή κουλτούρα που είναι γοητευτική και πολύ ενδιαφέρουσα. Αλλά με τον Μεγάλο Πέτρο αρχίζει μια νέα εποχή για την Ρωσία. Εδώ μιλάμε για την αστική κουλτούρα και ένα φαινόμενο ανοικτό προς τον κόσμο, που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα πράξεων διαφορετικών λαών -αλλά με ρωσική συνείδηση. Υπάρχει η γερμανική παράδοση, η πολωνική, η γαλλική. Τους ένωνε όλους το ρωσικό πνεύμα, η ρωσική συνείδηση. Αυτό που εικάζω είναι πως αυτό που έγινε πριν από πολλά χρόνια είχε αντίθετο αποτέλεσμα. Εγώ προσδιορίζω την αρχή αυτού του φαινομένου στους διωγμούς του Στάλιν. Τότε, εκτοπίστηκαν κατά κύματα όσοι είχαν ξένη καταγωγή, όσοι υπηρετούσαν στα σπίτια των αρχόντων.
Φασισμός τι είναι; Φασισμός είναι κάτι σκοτεινό και άγριο που κατοικεί μέσα μας, στο υποσυνείδητό μας. Τα στοιχεία του φασισμού σε οποιαδήποτε ανάλυση της Ιστορίας και αν τα εξετάσουμε τα συναντάμε στην ιδεολογία αρκετών κοινωνιών. Τα βασικότερα από αυτά είναι η λατρεία της δύναμης, η ιδέα του ολοκληρωτισμού, της απόλυτης εξουσίας, της πειθαρχίας, η αγάπη προς τον αθλητισμό και τη φυσική δύναμη, η ιδέα ότι ο μέτριος άνθρωπος είναι και ο υποδειγματικός και πως όλοι πρέπει να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Ιδέες που αρχικώς ηχούν ως γοητευτικές. Πέραν των στοιχείων ο φασισμός έχει και κριτήρια, όπως είναι η καταγωγή και η κοινωνική θέση. Ο φασισμός αποκτάει γοητεία και δύναμη όταν οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι. και χάνουν τον προσανατολισμό.
Ο μεγάλος μας συγγραφέας Σαλάμοφ, περιγράφοντας από μέσα το στρατόπεδο συγκέντρωσης, διατύπωσε μια απαισιόδοξη και ταυτόχρονα σπουδαία ιδέα. Ο άνθρωπος, αντίθετα από αυτό που μας λέει η αρχαία ελληνική τραγωδία, όταν είναι απολύτως δυστυχισμένος, απελπισμένος και ζει σε απάνθρωπες συνθήκες γίνεται χειρότερος, επειδή ένα ανθρώπινο πλάσμα δεν προορίζεται για κάτι τέτοιο. Για ποιο λόγο αυτή την περίοδο που θεωρείται ότι η Ρωσία, οικονομικώς πηγαίνει καλύτερα, ο φασισμός ακμάζει; Αυτό σημαίνει ότι σ’ αυτήν την χώρα αρκετοί άνθρωποι δεν έχουν στήριγμα. Νομίζω πως φταίμε και εμείς οι ίδιοι.
Προ καιρού μια οκτάχρονη από το Τατζικιστάν που είχε βγει βόλτα με τον πατέρα της, δολοφονήθηκε από νεαρούς που φώναζαν «η Ρωσία στους Ρώσους». Ηταν η πρώτη δολοφονία που έγινε στην Αγία Πετρούπολη και θεωρώ απαράδεκτο πως το επόμενο λεπτό δεν βγήκε όλη η πόλη στους δρόμους. Το γεγονός ότι και εγώ δεν βγήκα παραμένει μια πληγή στην καρδιά μου. Αν συμπεριφερόμαστε με αδιαφορία, δεν πρέπει να παραξενευόμαστε από αυτά τα κρούσματα.
Πηγή Καθημερινή
27.5.07
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου