Εφέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την ίδρυση της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών- το διάταγμα της ίδρυσής της δημοσιεύτηκε στις 30 Ιουνίου του 1909- και το ως σήμερα έργο της αξίζει τους επαίνους μας. Καθοδηγούμενη από καταξιωμένους θεράποντες της αρχαιολογικής επιστήμης και στελεχωμένη από καταρτισμένους ερευνητές, παράγει έργο που τυγχάνει όχι μόνον της ελληνικής αλλά και της διεθνούς αναγνώρισης. L. Ρernier, Α. Della Seta, L. Βanti, Μ. Guarducci, D. Levi, L. Βernabo Βrea, G. Rizza, Α. Di Vita, L. Βeschi, Ε. Greco είναι ορισμένοι μόνον από τους επιφανείς ιταλούς αρχαιολόγους που σχετίζονται με τη Σχολή και τις δραστηριότητές της.
Το ιταλικό ενδιαφέρον για την αρχαία Ελλάδα ανάγεται σε εποχές παλιότερες από τη χρονιά ίδρυσης της Σχολής. Στις αρχές ήδη του 15ου αι., πριν πέσει η Κωνσταντινούπολη, ο Φλωρεντίνος Chr. Βuondelmonti επισκέπτεται νησιά του Αιγαίου και συγγράφει γι΄ αυτά βιβλίο παρέχοντας και αρχαιολογικές πληροφορίες. Πιο γνωστός είναι ο Κυριακός ο Αγκωνίτης, που από το 1418 ως το 1448 ταξίδεψε πολλές φορές στην Ελλάδα περιγράφοντας και σχεδιάζοντας αρχαιότητες. Τον επόμενο αιώνα ιδιαίτερο ενδιαφέρον εκδηλώνεται για την ενετοκρατούμενη Κρήτη. Ο φυσιοδίφης F. Βarozzi φτάνει το 1577 στη Γόρτυνα και περιγράφει με εκπληκτική λεπτομέρεια αρχαιότητές της, ενώ το 1591 ο βοτανολόγος Ι. Casabona ανακαλύπτει πάνω στον Ψηλορείτη το περίφημο Ιδαίο Αντρο, τη Βηθλεέμ της αρχαίας θρησκείας.
Δέκα χρόνια πριν ιδρυθεί στην Αθήνα η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή δραστηριοποιείται στην τουρκοκρατούμενη τότε Κρήτη Ιταλική Αρχαιολογική Αποστολή, χάρη στην προσωπικότητα και στις ενέργειες του μεγάλου ιταλού αρχαιογνώστη F. Ηalbherr. Πολλοί αρχαιολογικοί χώροι της Κρήτης αποτελούν έκτοτε πεδίο έρευνας ιταλών αρχαιολόγων, όπως π.χ. η Φαιστός, όπου η ανασκαφή του ξακουστού μινωικού ανακτόρου άρχισε το 1900, και η Γόρτυνα. Στην τελευταία ο Ηalbherr το 1884, την πρώτη κιόλας χρονιά που πατά το πόδι του στη Μεγαλόνησο, βρίσκει μια περίφημη επιγραφή, γνωστή και ως «βασίλισσα των ελληνικών επιγραφών». Χρονολογείται τον 5ο αι. π.Χ. και περιλαμβάνει νόμους της Γόρτυνας σχετικούς με οικογενειακό- κληρονομικό δίκαιο και πολιτική δικονομία.
Αλλά και στη Δωδεκάνησο, πριν από την ένωσή της με την Ελλάδα, οι ιταλοί αρχαιολόγοι έχουν να επιδείξουν αξιοσημείωτη δραστηριότητα. Ως γνωστόν, το 1912 τα Δωδεκάνησα καταλήφθηκαν από τους Ιταλούς, οι οποίοι μέσα σε δύο χρόνια οργανώνουν Αρχαιολογική Υπηρεσία και ιδρύουν το Αρχαιολογικό Μουσείο Ρόδου. Πέρα από τις εκτεταμένες ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες που διενεργούν, κυρίως στη Ρόδο και την Κω, στα τριάντα πέντε περίπου χρόνια της παρουσίας τους στα νησιά προχωρούν και σε έργα υποδομής. Ετσι ανάμεσα σε άλλα συντάσσουν νομοθεσία για την προστασία των αρχαίων και την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας, εκδίδουν περιοδικά, με πιο γνωστό το «Clara Rhodos», ενώ το 1927 ιδρύουν το Ιστορικό-Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Ρόδου με αξιόλογη βιβλιοθήκη, το πρώτο επιστημονικό ίδρυμα στο νησί.
Το 1925 η Σχολή, θέλοντας να ερευνήσει τυχόν σχέση των Ετρούσκων με τους Τυρρηνούς της Λήμνου, σχέση για την οποία μιλούν αρχαίοι συγγραφείς, αρχίζει ανασκαφικές έρευνες στη Λήμνο. Η Ηφαιστεία, η προϊστορική Πολιόχνη και το ιερό των Καβείρων είναι οι γνωστοί χώροι έρευνας των ιταλών αρχαιολόγων στη νησί. Λίγο αργότερα, το 1940, στο πλαίσιο του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος του ιταλικού φασισμού για το ρωμαϊκό παρελθόν, ιταλοί αρχαιολόγοι διεξάγουν ανασκαφές στο Παλλάντιο της Αρκαδίας, ΝΔ της Τρίπολης. Η επιλογή της θέσης οφείλεται στην ύπαρξη μιας παράδοσης σύμφωνα με την οποία η Ρώμη ήταν αποικία Αρκάδων. Πιο συγκεκριμένα ο Αρκάς Εύανδρος, εξήντα χρόνια πριν από τα Τρωικά, φέρεται να φεύγει από το Παλλάντιο και να ιδρύει τη Ρώμη. Ο πασίγνωστος Παλατίνος λόφος της Ρώμης οφείλει, σύμφωνα με την παράδοση αυτή, το όνομά του στο αρκαδικό Παλλάντιο! Εντελώς πρόσφατα ιταλοί αρχαιολόγοι, σε συνεργασία με έλληνες συναδέλφους τους, έχουν αρχίσει επιφανειακές αρχαιολογικές έρευνες στην Αχαΐα και στη Μεσσηνία.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρουσιασθεί, σε λίγες γραμμές, η προσφορά της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Εκτός του πλούσιου ανασκαφικού της έργου, έχει οργανώσει κατά καιρούς σημαντικά επιστημονικά συνέδρια, ενώ έχει να επιδείξει και ένα πλούσιο εκδοτικό έργο, ιδιαίτερα μάλιστα τα τελευταία χρόνια υπό τη διεύθυνση του Ε. Greco. Οι ποικίλες αρχαιολογικές δραστηριότητες της Σχολής καταγράφονται σε ειδικές μονογραφίες, σε τόμους σειρών και φυσικά στους τόμους του επίσημου περιοδικού της, του «Αnnuario della Scuola archeologica di Αtene e delle Μissioni italiane in Οriente». Πρόσφατα έκανε την εμφάνισή της μια νέα εκδοτική σειρά στην οποία θα δημοσιεύονται θέματα σχετικά με την αρχαία Αθήνα και την Αττική (Studi di Αrcheologia e di Τopografia di Αtene e dell΄ Αttica). Ο πρώτος τόμος, σχετικός με τους δρόμους της αρχαίας Αθήνας (L. Ficuciello, Le strade di Αtene), έχει ήδη κυκλοφορήσει.
Αλήθεια πότε επιτέλους θα ιδρυθεί Ελληνική Αρχαιολογική Σχολή στην Ιταλία; Ως σήμερα, εκτός από ορισμένες... θορυβώδεις εξαγγελίες ίδρυσής της, τίποτε ουσιαστικό δεν έχει γίνει από ελληνικής πλευράς.
Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ
26.4.09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου