Από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, την άνοιξη του 2010, μια μεγάλη μερίδα του πολιτικού και συνδικαλιστικού κόσμου θυμήθηκε την ανάγκη διατήρησης της «κοινωνικής συνοχής» και άρχισε να αντιμετωπίζει κάθε σκέψη, κάθε πρόταση, κάθε υπαινιγμό για οποιαδήποτε αλλαγή στο πεδίο της αγοράς εργασίας και της πολιτικής της απασχόλησης ως ανοίκεια προσπάθεια ρηγμάτωσής της. Προφανώς, η αντίδραση αυτή εδράζεται στην αντίληψη ότι όταν άρχισε να εκδηλώνεται στην Ελλάδα η οικονομική κρίση, η «κοινωνική συνοχή» βρισκόταν σε εξαιρετικό ή έστω σε ικανοποιητικό επίπεδο και ότι οποιαδήποτε αναδιάταξη του νομικο-θεσμικού τοπίου της αγοράς εργασίας μοιραία θα οδηγούσε στην υπονόμευσή της. Εχουμε όμως διαμετρικά αντίθετη γνώμη και θεωρούμε ότι η προβολή αυτής της θέσης υποκρύπτει ανομολόγητη άρνηση προνομιακών ομάδων απέναντι σε οποιαδήποτε αλλαγή των εργαλείων εξυπηρέτησης του πελατειακού, κρατικοδίαιτου και συντεχνιακού συστήματος συμφερόντων.
Η «κοινωνική συνοχή» είναι μια σύνθετη κατάσταση και εκφράζει τον βαθμό και την ποιότητα της έντασης των σχέσεων που υπάρχουν μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας. Στη θετική της κατεύθυνση αποτυπώνει έναν υψηλό βαθμό συνέργειας μεταξύ των κοινωνικών συντελεστών (προσώπων, φορέων, οργανισμών) και μια κατάσταση καλής λειτουργίας της κοινωνίας με εμφανείς εκφράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης και έκδηλη εγκατάσταση ισχυρής «κοινωνικής συνείδησης». Προσθέτως, η κοινωνική συνοχή εδράζεται κατ’ ανάγκην σε κοινωνικές και πολιτικές αντιλήψεις που αποδέχονται την ειρηνική διευθέτηση των αντιτιθεμένων συμφερόντων μεταξύ των κοινωνικών ομάδων και την επιδίωξη συναινετικών λύσεων των διαφορών με αμοιβαία οφέλη.
Σε μεγάλο βαθμό, το επίπεδο της συνοχής μιας κοινωνίας συνδέεται με την κατάσταση της αγοράς εργασίας και τις ευκαιρίες στην απασχόληση. Αυτό σημαίνει ότι βρίσκεται σε άμεση εξάρτηση και επηρεάζεται ισχυρά από την επεξεργασία και ορθή εφαρμογή μεταρρυθμιστικών πολιτικών που διασφαλίζουν την απασχόληση και οδηγούν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, επιδιώκουν την σχετικά ισοδύναμη αύξηση του ενεργού δυναμικού στις διάφορες περιφέρειες, στοχεύουν στη μείωση του χάσματος της κατάστασης της απασχόλησης μεταξύ διαφόρων ηλικιακών και άλλων κοινωνικών ομάδων και, ειδικότερα, αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα το πρόβλημα της ανεργίας των νέων και των γυναικών. Με άλλα λόγια, η «κοινωνική συνοχή» διψά από μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις, με τις οποίες θα διευκολύνεται η επανένταξη στην αγορά εργασίας των ανέργων και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Εξάλλου, είναι προφανές ότι το επίπεδο της κοινωνικής συνοχής σε μια χώρα δεν μπορεί να βρίσκεται σε υψηλό σημείο όταν είναι ανύπαρκτος ή μηδαμινός ο βαθμός κοινωνικής νομιμοποίησης των εκπροσώπων των διαφόρων κοινωνικών ομάδων, καθώς και όταν ελλείπει ή είναι στρεβλή η αυτοσυνειδησία αυτών.
Πώς όμως θα μπορούσε να πειστεί κανείς ότι το επίπεδο της «κοινωνικής συνοχής» στη χώρα μας ήταν ζηλευτό στις αρχές του 2010, τότε που η καυτή λάβα των αδιεξόδων άρχισε να κυλά από μικρότερους και μεγαλύτερους κρατήρες προς την καθημερινότητα των πολιτών, τότε που η τέφρα της κρίσης άρχισε να καλύπτει όλους τους τομείς και εκφάνσεις της οικονομικής και κοινωνικής ζωής; Πώς θα μπορούσε να υφίσταται σε στοιχειωδώς ανεκτά επίπεδα η κοινωνική συνοχή το 2010 όταν η γενική ανεργία ήδη κάλπαζε προς το 15%, η ανεργία των γυναικών έτεινε στο 20%, η ανεργία των νέων κοντοζύγωνε στο 30%, ενώ σε ορισμένες περιφέρειες της χώρας έβαινε προς διπλάσιες τιμές από ό,τι σε άλλες;
Ποιο επίπεδο συνοχής θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε σε μια κοινωνία, όπως η ελληνική, στην οποία ήταν, και εξακολουθεί να είναι, άκρως υποβαθμισμένο και έχει όλως επιφανειακό χαρακτήρα το εργαλείο του διαρκούς και ειλικρινούς διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων των κοινωνικών ομάδων; Πώς θα μπορούσε να ήταν εδραιωμένη η συνοχή σε μια κοινωνία στην οποία δεν γίνεται αμοιβαία παραδεκτή η ύπαρξη και η ανάγκη προαγωγής κάποιων κοινών συμφερόντων και η αναγκαιότητα επιδίωξης ισορροπιών μεταξύ κοινωνικών ομάδων; Πώς θα μπορούσε να είχε σχηματιστεί κοινωνική συνοχή σε μια κοινωνία εθισμένη στον άγριο πολιτικό λόγο και στην ακραία συγκρουσιακή πολιτική πρακτική; Πού θα μπορούσε να είχε βασιστεί η συνοχή, όταν το «δίκαιο του εργάτη» αντιπαραβάλλεται και επιδιώκει να παραμερίσει βάρβαρα το «κράτος δικαίου» και όταν αυτοί που υπεραμύνονται της κοινωνικής συνοχής προωθούν λογικές αυτοδικίας και κοινωνικών αυτοματισμών αντιλαμβανόμενοι τη βία ως «μαμή» της Ιστορίας; Με ποια αντίληψη κοινωνικής συνοχής καίγονταν τον Μάιο του 2010 τρεις αθώοι στον τόπο εργασίας τους στο όνομα της «δημοκρατίας της κουκούλας», απλώς γιατί τόλμησαν να μην απεργήσουν; Η «κοινωνική συνοχή» είναι ένα μέσο ειρήνευσης της κοινωνίας και όχι υπονόμευσή της.
Οι αυτοδιοριζόμενοι «ηρακλειδείς» της κοινωνικής συνοχής και διαρρηγνύοντες τα ιμάτιά τους υπέρ της διατήρησής της ας παρενέβαιναν έγκαιρα, όταν ανεύθυνα οι λεγόμενοι κεντρικοί «κοινωνικοί εταίροι» πριν από τρία χρόνια έδιναν μια φονική μαχαιριά στην απασχόληση συνομολογώντας με την ΕΓΣΣΕ μια αύξηση αποδοχών 3% από 31/8/2008 και άλλη μία αύξηση 5,5% από 1/5/2009, ποσοστά αυξήσεων εξωφρενικά εάν ληφθεί υπόψη η παραπαίουσα ελληνική οικονομία και ότι η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας κατρακυλούσε ήδη προς στην 71η θέση (2009) της παγκόσμιας κατάταξης (το 2002 ήταν στην 33η θέση); Ποιος λοιπόν ευθύνεται για την εκτόξευση της ανεργίας σε υπερδιπλάσια ποσοστά εντός δύο ετών εάν όχι αυτοί που σήμερα βρίσκουν παντού υπονομευτές της κοινωνικής συνοχής; Μήπως είναι οι ίδιοι που θεωρούσαν αυτονόητο ότι ο εργαζόμενος των ΔΕΚΟ και των πρώην ΔΕΚΟ, τραπεζών κ.λπ. δεν απολύεται σχεδόν ποτέ, παίρνει δυο-τρεις πρόσθετους μισθούς πέραν του 14ου και απολαμβάνει πλούσιο μενού επιδομάτων, θεωρώντας μια τέτοια κατάσταση ως καίριο στοιχείο της «κοινωνικής συνοχής»;
Αυτό λοιπόν που πρέπει σήμερα να διευκρινιστεί είναι ότι η «κοινωνική συνοχή» είναι το ζητούμενο στη χώρα μας και όχι αυτό που υπονομεύεται από όσους προτείνουν και πασχίζουν για διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας και στις πολιτικές της απασχόλησης. Δεν πρέπει να παγιδευόμαστε από την προπαγάνδα κάποιων αδικαιολόγητα προνομιούχων που θέλουν να ταυτίζουν τη μείωση της αδικαιολόγητης «ευημερίας» τους με δήθεν επίθεση κατά της «κοινωνικής συνοχής». Ενας λόγος που φθάσαμε στα οριακά σημερινά προβλήματα είναι ακριβώς η στρέβλωση των εννοιών και των καταστάσεων. Η κοινωνική συνοχή δεν κινδυνεύει, αλλά αντίθετα νομίζουμε ότι ήλθε η ώρα να αρχίσει να κτίζεται και στερεά υλικά.
Του κ. Ιωάννη Ληξουριώτη* (* Ο κ. Ιωάννης Ληξουριώτης είναι καθηγητής Εργατικού Δικαίου του Παντείου Πανεπιστημίου)
Πηγή Καθημερινή
12.2.2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου