Βασιλης Νεδος
Στους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Θράκη πριν από 80 χρόνια ανήκουν οι εκτάσεις γύρω από τη λίμνη Βιστωνίδα, σύμφωνα με όσα δηλώνει στην «Κ» ο μητροπολίτης Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων. Οπως εξηγεί ο κ. Παντελεήμων, στις αρχές της δεκαετίας του '30 το τότε υπουργείο Γεωργίας στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής αποκατάστασης των προσφύγων που είχαν φθάσει στην ευρύτερη περιοχή της Ξάνθης, είχε παραχωρήσει αυτές τις εκτάσεις στους άκληρους ομοεθνείς, οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει από διάφορες περιοχές της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως της Ανατολικής Θράκης.
«Εμμένω και σε αυτά που είχα πει το 2003», λέει στην «Κ» ο κ. Παντελεήμων «ότι δηλαδή οι διεκδικήσεις της Μονής Βατοπεδίου είναι ανιστόρητες. Αναγνωρίζουμε τα δικαιώματα στους δύο ναούς του Αγίου Νικολάου και της Παντάνασσας που υπάρχουν στα νησάκια της λίμνης, αλλά ώς εκεί. Μήτε σπιθαμή γης έξω από αυτές, δεν ανήκει στη Μονή. Η γη ανήκει στον ξανθιώτικο λαό, ο οποίος την καλλιεργεί και ζει από αυτήν. Μαζί μου συμφωνούν η τοπική κοινωνία και οι φορείς».
Ο κ. Παντελεήμων ελπίζει ότι με την παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γιώργου Σανιδά η υπόθεση «θα ξεκαθαρίσει άπαξ διά παντός» και αναφέρει ότι το ενδιαφέρον της Μονής Βατοπεδίου για την περιοχή γύρω από τη λίμνη «μετρά» ήδη 200 χρόνια. «Από το 1820-21 υπάρχει μια σχετική αλληλογραφία στην οποία περιγράφονται οι διεκδικήσεις της Μονής», αναφέρει ο κ. Παντελεήμων. Λέει μάλιστα ότι ιδιαίτερα για την εποχή πριν από την ενσωμάτωση της Θράκης στο ελληνικό κράτος, οι εκάστοτε μητροπολίτες προσέφευγαν στο Φανάρι, ζητώντας την παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Την πρακτική παραχώρησης μοναστικών μετοχίων σε άκληρους πρόσφυγες φαίνεται ότι αναγνωρίζει και η ίδια η Μονή στο χρονολόγιο που έχει αναρτήσει στην Ιστοσελίδα της. Εκεί το 1922 σημειώνεται ως έτος «σταδιακής παραχώρησης των βατοπεδινών μετοχίων στην Μακεδονία σε πρόσφυγες».
Ο κ. Μιχάλης Δεκλερής, πρώην πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, επικεφαλής σήμερα του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος λέει στην «Κ» ότι «τα ευαίσθητα οικοσυστήματα όπως οι λίμνες και οι ποταμοί είναι μέρος του περιβάλλοντος το οποίο ανήκει στην κοινή χρήση και δεν μπορεί να είναι ιδιοκτησία κανενός».
Στη διαμάχη, ο ηγούμενος κ. Εφραίμ και οι λοιποί μοναχοί επικαλούνται τη νομική εγκυρότητα αυτοκρατορικών χρυσοβούλων, τα οποία ανάγονται έως και στον 11ο αιώνα. Ο κ. Δεκλερής σχολιάζει ότι μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Νεώτερης Ελλάδος μεσολάβησε η Οθωμανική κυριαρχία. Επίσης, σημειώνει ότι στις διαπραγματεύσεις για την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους το 1830, ο Ιωάννης Καποδίστριας αρνήθηκε να συζητήσει οποιοδήποτε θέμα αποζημιώσεων στον Σουλτάνο, λέγοντας ότι η Ελλάδα κέρδισε τις εκτάσεις αυτές «πολεμικώς και δημευτικώς».
Οι τίτλοι κυριότητας
Μόνο η αλληλουχία τίτλων (βυζαντινοί, οθωμανικοί, νεοελληνικοί) μπορεί να αποδείξει τη νομική ισχύ μιας απόφασης, εξηγεί στην «Κ» ο ομότιμος καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σπυρίδων Τρωιάνος. «Το ελληνικό κράτος», επισημαίνει «είναι, από άποψη διεθνούς δικαίου, διάδοχος του Οθωμανικού. Το χρυσόβουλο σε συνδυασμό με άλλα έγγραφα δημιουργεί μια πλήρη σειρά τίτλων κυριότητας». Οπως λέει ο ίδιος, η εκτίμηση της αυθεντικότητας των χρυσοβούλων είναι εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία, καθώς η πλαστογραφία στο Βυζάντιο ήταν εκτεταμένη. Αναφέρει μάλιστα ο κ. Τρωιάνος ότι προ τριακονταετίας είχε ανακαλύψει σε βιβλιοθήκες των Αθηνών δύο χρυσόβουλα, ένα αυθεντικό και ένα πλαστό. «Ηταν σχεδόν απολύτως όμοια», λέει, «άλλαζαν μόνο κάποιες λέξεις». Οι μοναχοί, περιγράφει, ήταν «πρωταθλητές» στην πλαστογραφία χρυσοβούλων, μέθοδο με την οποία προσπαθούσαν να επεκτείνουν προνόμια που τους παραχωρούσαν αυτοκράτορες.
Ο κ. Αθανάσιος Μαρκόπουλος, καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών λέει ότι στο Αγιον Ορος και στη Μονή της Πάτμου εξακολουθούν να διασώζονται αυθεντικά χρυσόβουλα. Ο ίδιος αναφέρει ότι επρόκειτο ουσιαστικά για νομοθετικές πράξεις με τις οποίες επικυρώνονταν διαφόρων ειδών αποφάσεις. «Ωστόσο», παρατηρεί ο κ. Μαρκόπουλος «πώς αξιοποιεί το κάθε Μοναστήρι τα χρυσόβουλα που έχει στην κατοχή του άπτεται αποκλειστικά του τρόπου λειτουργίας του, και προφανώς των διεκδικήσεων που μπορεί να έχει».
Δεύτερο μοναστήρι στην ιεραρχία του Αθω
Η Μονή Βατοπεδίου είναι το δεύτερο μοναστήρι στην ιεραρχία του Αθω μετά τη Μεγίστη Λαύρα. Είναι ένα από τα λεγόμενα Πρώτα μοναστήρια που δίνει τον Πρώτο στον Αθω, ο οποίος είναι η κεφαλή του Αθω. Οπως εξηγεί ο καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας κ. Μαρκόπουλος, μόνο πέντε μοναστήρια δίνουν Πρώτους. Το Βατοπέδι, όπως και οι υπόλοιπες Μονές του Αγίου Ορους από το 1386 και μέχρι την εκδίωξη των Οθωμανών από τη Μακεδονία (με μια προσωρινή διακοπή που ακολούθησε την ήττα των Τούρκων από τους Μογγόλους το 1402 στη Μάχη της Αγκυρας), ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν το λεγόμενο χαράτσι όχι μόνο για λογαριασμό τους αλλά και για λογαριασμό της έγγειας περιουσίας τους, την οποία κατείχαν και πολύ πέρα από τα όρια του Αγίου Ορους. Οι μοναχοί, όπως αναφέρουν στα έργα τους κορυφαίοι βυζαντινολόγοι (Runciman, Vasiliev, Ostrogorsky, Nicol κ.ά.) προέρχονταν από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, όπως υφαντές, ράφτες, χαλκωματάδες, βυρσοδέψες αλλά και ζητιάνοι και κλέφτες. Οι περισσότεροι ήταν αγράμματοι και οι εκάστοτε Οικουμενικοί Πατριάρχες κατέβαλλαν προσπάθεια να μειώσουν το φαινόμενο εμπορίας σημαντικών χειρογράφων του Αγίου Ορους. Το 1912 μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, το Αγιον Ορος παύει να είναι υπόχρεο στον Σουλτάνο. Το 1990 εγκαθίσταται νέα αδελφότητα στη Μονή Βατοπεδίου και υιοθετείται το κοινοβιακό σύστημα.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ14.9.08
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου