Στις 7 και 8 Οκτωβρίου διοργανώθηκε από το Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης και το Καταλανικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών της Βασιλικής Ακαδημίας Γραμμάτων διημερίδα για τον Γιάννη Ρίτσο με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννησή του. Η εκδήλωση ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Αlexis (Ζορμπά!) Sola, ενός ρομαντικού καταλανού φιλέλληνα, εξαίρετου μελετητή και θερμού υποστηρικτή της νεότερης λογοτεχνίας μας. Την ευθύνη της διοργάνωσης είχαν ο βυζαντινολόγος και νεοελληνιστής Εrnest Μarcos και η Ηelena Βaddel, μεταφράστρια των Γραπτών του Εμπειρίκου στα καταλανικά (η έκδοση αναμένεται τα Χριστούγεννα). Ανάμεσα σ΄ εκείνους που συμμετείχαν στο εορταστικό διήμερο ήταν δύο νέοι μεταφραστές του Ρίτσου στα καταλανικά, ο Francesc Μorfulleda και ο John Casas, και ο γνωστός εκδότης, μεταφραστής και κουμπάρος(!) του ποιητή, Νicola Crocetti.
Αυτού του είδους οι επιστημονικές εκδηλώσεις για να τιμηθεί ο Ρίτσος- ή όποιος άλλος ποιητής μας- εκτός Ελλάδος (η εκδήλωση της Βαρκελώνης δεν είναι η μοναδική) είναι και πρέπει να είναι, αν μη τι άλλο, διδακτικές για μας τους εντόπιους. Για πολλούς και διάφορους λόγους. Προετοιμάζονται σε βάθος επί μήνες, με ελάχιστη οικονομική βοήθεια, με γενναία εθελοντική εργασία, χωρίς την παραμικρή αίσθηση επίδειξης ή πολυλολογίας. Σκοπεύουν να παρουσιάσουν τον ποιητή σε ένα κοινό όχι ιδιαιτέρως ενημερωμένο, για τούτο οι εισηγήσεις, παρά τη σοβαρότητά τους, έχουν και πρακτικό χαρακτήρα. Το κοινό αποχωρεί (ύστερα από θυελλώδεις κάποτε συζητήσεις) έχοντας μάθει τα βασικά και απαραίτητα για τον Ρίτσο και ως έναν βαθμό πράγματα που αφορούν τη νεοελληνική ποίηση και ζωή. Αλλωστε το ίδιο το αρχοντικό και εντυπωσιακό πανεπιστημιακό περιβάλλον και εν πολλοίς το παμπάλαιο αλλά και γόνιμο τελετουργικό δεν αφήνουν περιθώρια για προχειρότητες και αυτοσχεδιασμούς. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα εκείνων προς εμάς.
Το δεύτερο μάθημα που μας έδωσε το διήμερο της Βαρκελώνης (γνωστό ίσως αλλά ας το επαναλάβουμε) είναι πως ο πολιτισμός δεν αποτελεί περιττή πολυτέλεια- είναι απαραίτητη και ζωτικής φύσεως πολυτέλεια. Τονίζω τη λέξη «πολυτέλεια» γιατί μόνο αν συλλάβουμε την καθημερινότητά μας ως «πολυτελή» μπορούμε και να την υπερασπισθούμε και να την κάνουμε ουσιαστικότερη. Ο φτηνός «πολιτισμός» που μας έχει επιβληθεί, η φτηνιάρικη «παιδεία» που μας προσφέρεται, μας κοστίζει τελικά πάρα πολύ (υλικά και ψυχικά) και αυτό το δυσθεώρητο έλλειμμα ουδέποτε θα καλυφθεί. Μιλώντας για πολυτελή πολιτισμό δεν αναφέρομαι μόνο στη γόησσα-πόλη της Καταλωνίας. Αναφέρομαι κυρίως στον απλό τρόπο με τον οποίο λειτουργεί εκεί κάθε τέχνη, εν προκειμένω αναφέρομαι στον τρόπο με τον οποίο συζητείται ο Ρίτσος, στην πρόσληψή του (όπως ανάλογα του Καβάφη) και στη χρήση του από νεότερους ποιητές και διανοουμένους. Ο Ρίτσος είναι ένα άλλο παράδειγμα ποιητή και αγωνιστή που προσλαμβάνεται ως εκφραστής ενός φιλελευθερισμού και εν ταυτώ δημιουργικού αναρχισμού, ως «αδελφός» μεσογειακός ποιητής. Τα δύο κύρια στοιχεία της ιδεολογίας και πολιτικής του αξέχαστου Αlexis Sola, ο φιλελληνισμός και ο καταλανισμός, επιβεβαιώνονται και στην περίπτωση της πρόσληψης του Ρίτσου.
Τρίτο και τελευταίο μάθημα για όλους μας. Χρόνια τώρα, από τη μεταπολίτευση και δώθε, και το υπουργείο Πολιτισμού και το της Παιδείας δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μπαλώνουν τον ίδιο καταξεσκισμένο μανδύα. Δεν είναι ώρα να μιλήσουμε γι΄ αυτά, μπορούμε όμως να ερωτήσουμε αν και κατά πόσο το ελληνικό κράτος έχει βοηθήσει τα τελευταία 20 χρόνια τις εστίες του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Χρόνια τώρα χάνονται στο εξωτερικό, η μία μετά την άλλη, οι έδρες ελληνικής (αρχαίας και νέας) γλώσσας και φιλολογίας, τη στιγμή μάλιστα που οι άσπονδοι φίλοι και γείτονές μας, Ανατολικοί και Βόρειοι, ξοδιάζουν μεγάλα ποσά είτε για να συντηρήσουν τις έδρες του πολιτισμού τους στο εξωτερικό είτε για να ιδρύσουν νέες. Απαραίτητη είναι η εθνική ελληνική διπλωματία, και η διπλωματία του τουρισμού, και η διπλωματία του ποδοσφαίρου... Αλλά η διπλωματία του πολιτισμού είναι εκείνη που μπορεί να μας βοηθήσει, ακόμη και στο δύσκολο μέλλον, να «υπάρχουμε» στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο. Ενας Κινέζος, ένας Ισπανός ή ένας Αιγύπτιος που επιχορηγούμενος μαθαίνει ελληνικά στην Ελλάδα μάς βοηθά περισσότερο από έναν οποιονδήποτε διπλωματικό υπάλληλο. Μια έδρα, μια εστία ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό είναι το ανώτερο λόμπι που μπορούμε να έχουμε.
Ελπίζουμε ότι όσοι έχουν αναλάβει πρόσφατα τα θέματα και της Παιδείας και του πολιτισμού τα γνωρίζουν αυτά. Ελπίζουμε ότι δεν θα δούμε πάλι να επαναλαμβάνεται το αιώνιο ημερήσιο μπάλωμα του ίδιου μανδύα που κουρελιάζεται κάθε νύχτα. Ελπίζουμε ότι δεν θα αφεθούν ξανά στη μοίρα τους οι ποιητές μας (για να μείνουμε εδώ) ούτε στην Καταλωνία ούτε όπου γης.
Του Γιώργη Γιατρομανωλάκη
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.
Πηγή Το Βήμα
18.10.09
Αυτού του είδους οι επιστημονικές εκδηλώσεις για να τιμηθεί ο Ρίτσος- ή όποιος άλλος ποιητής μας- εκτός Ελλάδος (η εκδήλωση της Βαρκελώνης δεν είναι η μοναδική) είναι και πρέπει να είναι, αν μη τι άλλο, διδακτικές για μας τους εντόπιους. Για πολλούς και διάφορους λόγους. Προετοιμάζονται σε βάθος επί μήνες, με ελάχιστη οικονομική βοήθεια, με γενναία εθελοντική εργασία, χωρίς την παραμικρή αίσθηση επίδειξης ή πολυλολογίας. Σκοπεύουν να παρουσιάσουν τον ποιητή σε ένα κοινό όχι ιδιαιτέρως ενημερωμένο, για τούτο οι εισηγήσεις, παρά τη σοβαρότητά τους, έχουν και πρακτικό χαρακτήρα. Το κοινό αποχωρεί (ύστερα από θυελλώδεις κάποτε συζητήσεις) έχοντας μάθει τα βασικά και απαραίτητα για τον Ρίτσο και ως έναν βαθμό πράγματα που αφορούν τη νεοελληνική ποίηση και ζωή. Αλλωστε το ίδιο το αρχοντικό και εντυπωσιακό πανεπιστημιακό περιβάλλον και εν πολλοίς το παμπάλαιο αλλά και γόνιμο τελετουργικό δεν αφήνουν περιθώρια για προχειρότητες και αυτοσχεδιασμούς. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα εκείνων προς εμάς.
Το δεύτερο μάθημα που μας έδωσε το διήμερο της Βαρκελώνης (γνωστό ίσως αλλά ας το επαναλάβουμε) είναι πως ο πολιτισμός δεν αποτελεί περιττή πολυτέλεια- είναι απαραίτητη και ζωτικής φύσεως πολυτέλεια. Τονίζω τη λέξη «πολυτέλεια» γιατί μόνο αν συλλάβουμε την καθημερινότητά μας ως «πολυτελή» μπορούμε και να την υπερασπισθούμε και να την κάνουμε ουσιαστικότερη. Ο φτηνός «πολιτισμός» που μας έχει επιβληθεί, η φτηνιάρικη «παιδεία» που μας προσφέρεται, μας κοστίζει τελικά πάρα πολύ (υλικά και ψυχικά) και αυτό το δυσθεώρητο έλλειμμα ουδέποτε θα καλυφθεί. Μιλώντας για πολυτελή πολιτισμό δεν αναφέρομαι μόνο στη γόησσα-πόλη της Καταλωνίας. Αναφέρομαι κυρίως στον απλό τρόπο με τον οποίο λειτουργεί εκεί κάθε τέχνη, εν προκειμένω αναφέρομαι στον τρόπο με τον οποίο συζητείται ο Ρίτσος, στην πρόσληψή του (όπως ανάλογα του Καβάφη) και στη χρήση του από νεότερους ποιητές και διανοουμένους. Ο Ρίτσος είναι ένα άλλο παράδειγμα ποιητή και αγωνιστή που προσλαμβάνεται ως εκφραστής ενός φιλελευθερισμού και εν ταυτώ δημιουργικού αναρχισμού, ως «αδελφός» μεσογειακός ποιητής. Τα δύο κύρια στοιχεία της ιδεολογίας και πολιτικής του αξέχαστου Αlexis Sola, ο φιλελληνισμός και ο καταλανισμός, επιβεβαιώνονται και στην περίπτωση της πρόσληψης του Ρίτσου.
Τρίτο και τελευταίο μάθημα για όλους μας. Χρόνια τώρα, από τη μεταπολίτευση και δώθε, και το υπουργείο Πολιτισμού και το της Παιδείας δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μπαλώνουν τον ίδιο καταξεσκισμένο μανδύα. Δεν είναι ώρα να μιλήσουμε γι΄ αυτά, μπορούμε όμως να ερωτήσουμε αν και κατά πόσο το ελληνικό κράτος έχει βοηθήσει τα τελευταία 20 χρόνια τις εστίες του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Χρόνια τώρα χάνονται στο εξωτερικό, η μία μετά την άλλη, οι έδρες ελληνικής (αρχαίας και νέας) γλώσσας και φιλολογίας, τη στιγμή μάλιστα που οι άσπονδοι φίλοι και γείτονές μας, Ανατολικοί και Βόρειοι, ξοδιάζουν μεγάλα ποσά είτε για να συντηρήσουν τις έδρες του πολιτισμού τους στο εξωτερικό είτε για να ιδρύσουν νέες. Απαραίτητη είναι η εθνική ελληνική διπλωματία, και η διπλωματία του τουρισμού, και η διπλωματία του ποδοσφαίρου... Αλλά η διπλωματία του πολιτισμού είναι εκείνη που μπορεί να μας βοηθήσει, ακόμη και στο δύσκολο μέλλον, να «υπάρχουμε» στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο. Ενας Κινέζος, ένας Ισπανός ή ένας Αιγύπτιος που επιχορηγούμενος μαθαίνει ελληνικά στην Ελλάδα μάς βοηθά περισσότερο από έναν οποιονδήποτε διπλωματικό υπάλληλο. Μια έδρα, μια εστία ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό είναι το ανώτερο λόμπι που μπορούμε να έχουμε.
Ελπίζουμε ότι όσοι έχουν αναλάβει πρόσφατα τα θέματα και της Παιδείας και του πολιτισμού τα γνωρίζουν αυτά. Ελπίζουμε ότι δεν θα δούμε πάλι να επαναλαμβάνεται το αιώνιο ημερήσιο μπάλωμα του ίδιου μανδύα που κουρελιάζεται κάθε νύχτα. Ελπίζουμε ότι δεν θα αφεθούν ξανά στη μοίρα τους οι ποιητές μας (για να μείνουμε εδώ) ούτε στην Καταλωνία ούτε όπου γης.
Του Γιώργη Γιατρομανωλάκη
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.
Πηγή Το Βήμα
18.10.09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου