Tου Νικου Βατοπουλου
Kοιτούσα τις προάλλες τη μαύρη πλαγιά του Υμηττού στο ύψος της Γλυφάδας. Ανάμεσα στις πολυκατοικίες που έχουν σκαρφαλώσει στην κορυφή του βουνού διακρίνει κανείς ακόμη και από απόσταση τα μαυρισμένα πεύκα. Δεν ήταν όλη η περιοχή χαμηλής βλάστησης. Τα πεύκα είχαν μεγαλώσει αρκετά σε σημείο που λίγες ημέρες πριν από την πυρκαγιά της 15ης Ιουνίου, παρατηρούσα πόσο πιο πράσινη ήταν πλέον η πλαγιά του Υμηττού. Κατέβαινε ο αέρας στο κέντρο της Γλυφάδας φιλτραρισμένος από τα νεαρά πεύκα του βουνού και παρά την οικοδομική ανάπτυξη της Ανω Γλυφάδας και της Ανω Βούλας, υπήρχε ακόμη μία αίσθηση εξοχής.
Ημουν μικρός όταν συνέβη ένας από τους πιο μεγάλους εμπρησμούς της ίδιας πλαγιάς του Υμηττού, την ημέρα της τουρκικής επέμβασης στην Κύπρο το 1974. Μέσα στη γενική τρέλα των γεγονότων, με τη γενική επιστράτευση να έχει διαλύσει κάθε έννοια κανονικής ζωής, ο ουρανός της Γλυφάδας έβρεχε στάχτες. Ηταν μια καταιγίδα με αποκαΐδια που έπεφταν από έναν κόκκινο ουρανό. Με ένα κρατικό μηχανισμό σε διάλυση, η φωτιά εκείνου του Ιουλίου πριν από 35 χρόνια κατέκαψε ανενόχλητη όλη την πλαγιά. Τότε, ήταν ακόμη άχτιστη.
Εκτοτε, κάηκε τρεις - τέσσερις φορές ακόμη, αλλά φυτεύτηκε έστω και σποραδικά τα τελευταία χρόνια. Λίγο πριν από την πυρκαγιά του Ιουνίου ήταν στα πιο «πράσινά» της. Τουλάχιστον έτσι φαινόταν από τη θάλασσα. Αλλά η καταστροφή που άφησε το βουνό φαλακρό, χωρίς ζωντανές ρίζες στο χώμα και χωρίς πουλιά και άλλα ζωντανά, προσφέρει ένα θλιβερό θέαμα. Μας θυμίζει την ανικανότητα αυτής της χώρας να θέσει στοιχειώδεις κανόνες προς όφελος του συνόλου. Χώρες πολύ λιγότερο ευνοημένες από τη Φύση, όπως. π.χ. το Ισραήλ, έχουν κάνει θαύματα ανάπτυξης του περιαστικού πρασίνου με σωστές επιλογές και επενδύσεις.
Και εδώ, ολόγυρα στην ασφυκτικά δομημένη Αθήνα όχι μόνο δεν έχουμε κατορθώσει να διατηρήσουμε στοιχειωδώς τη Φύση αλλά ως αντίβαρο προσφέρουμε στον πληθυσμό ανθυγιεινό και αντιαισθητικό περιβάλλον. Κι όμως, η ανάπτυξη του περιαστικού πρασίνου σε όλους τους ορεινούς όγκους της Αθήνας θα έπρεπε να είναι μείζων προτεραιότητα ως ζήτημα εθνικής σημασίας. Είναι η ειρωνεία, δύο από τα προνομιούχα προάστια, η Βούλα και η Γλυφάδα, να έχουν στερηθεί το φυσικό περιβάλλον με λιγοστές ελπίδες ανάκτησής του.
Η εγκατάλειψη του φυσικού περιβάλλοντος στην παραλιακή ζώνη είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Θα ήταν άδικο να αποδώσουμε ευθύνες μόνο στον Δήμο Γλυφάδας (που έχει μεγάλες ευθύνες ούτως ή άλλως, ας κοιτάξει κανείς και την παραλία δίπλα στο τραμ) όταν το σύνολο σχεδόν της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τον Πειραιά ώς τη Βούλα έχει εγκαταλείψει τη Φύση. Και Φύση δεν είναι κάποια παρτέρια.
Ημουν μικρός όταν συνέβη ένας από τους πιο μεγάλους εμπρησμούς της ίδιας πλαγιάς του Υμηττού, την ημέρα της τουρκικής επέμβασης στην Κύπρο το 1974. Μέσα στη γενική τρέλα των γεγονότων, με τη γενική επιστράτευση να έχει διαλύσει κάθε έννοια κανονικής ζωής, ο ουρανός της Γλυφάδας έβρεχε στάχτες. Ηταν μια καταιγίδα με αποκαΐδια που έπεφταν από έναν κόκκινο ουρανό. Με ένα κρατικό μηχανισμό σε διάλυση, η φωτιά εκείνου του Ιουλίου πριν από 35 χρόνια κατέκαψε ανενόχλητη όλη την πλαγιά. Τότε, ήταν ακόμη άχτιστη.
Εκτοτε, κάηκε τρεις - τέσσερις φορές ακόμη, αλλά φυτεύτηκε έστω και σποραδικά τα τελευταία χρόνια. Λίγο πριν από την πυρκαγιά του Ιουνίου ήταν στα πιο «πράσινά» της. Τουλάχιστον έτσι φαινόταν από τη θάλασσα. Αλλά η καταστροφή που άφησε το βουνό φαλακρό, χωρίς ζωντανές ρίζες στο χώμα και χωρίς πουλιά και άλλα ζωντανά, προσφέρει ένα θλιβερό θέαμα. Μας θυμίζει την ανικανότητα αυτής της χώρας να θέσει στοιχειώδεις κανόνες προς όφελος του συνόλου. Χώρες πολύ λιγότερο ευνοημένες από τη Φύση, όπως. π.χ. το Ισραήλ, έχουν κάνει θαύματα ανάπτυξης του περιαστικού πρασίνου με σωστές επιλογές και επενδύσεις.
Και εδώ, ολόγυρα στην ασφυκτικά δομημένη Αθήνα όχι μόνο δεν έχουμε κατορθώσει να διατηρήσουμε στοιχειωδώς τη Φύση αλλά ως αντίβαρο προσφέρουμε στον πληθυσμό ανθυγιεινό και αντιαισθητικό περιβάλλον. Κι όμως, η ανάπτυξη του περιαστικού πρασίνου σε όλους τους ορεινούς όγκους της Αθήνας θα έπρεπε να είναι μείζων προτεραιότητα ως ζήτημα εθνικής σημασίας. Είναι η ειρωνεία, δύο από τα προνομιούχα προάστια, η Βούλα και η Γλυφάδα, να έχουν στερηθεί το φυσικό περιβάλλον με λιγοστές ελπίδες ανάκτησής του.
Η εγκατάλειψη του φυσικού περιβάλλοντος στην παραλιακή ζώνη είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Θα ήταν άδικο να αποδώσουμε ευθύνες μόνο στον Δήμο Γλυφάδας (που έχει μεγάλες ευθύνες ούτως ή άλλως, ας κοιτάξει κανείς και την παραλία δίπλα στο τραμ) όταν το σύνολο σχεδόν της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τον Πειραιά ώς τη Βούλα έχει εγκαταλείψει τη Φύση. Και Φύση δεν είναι κάποια παρτέρια.
Κι όπου δεν υπάρχει αρμοδιότητα, αλλά θίγεται η ποιότητα ζωής μπορεί ένας Δήμος να ασκήσει πιέσεις.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
8.7.09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου