Περισσότερο από κάθε άλλη φορά επίκαιρο, τουλάχιστον για μένα, βρήκα το άρθρο του Στέφανου Μάνου στην «Καθημερινή» της Παρασκευής 12/08/2011, και συγκεκριμένα το σημείο εκείνο που αφορούσε στην έκδοση διαβατηρίων. Το άρθρο ανέφερε ότι στη χώρα μας, σε αντίθεση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η διαδικασία έκδοσης διαβατηρίου είναι επίπονη, χρονοβόρα και με μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Ηταν επίκαιρο για μένα το άρθρο αυτό, γιατί αυτή ακριβώς την εβδομάδα, εγώ και κάποια άλλα μέλη της οικογένειάς μου, εκμεταλλευόμενοι τον ελεύθερο χρόνο των διακοπών, αποφασίσαμε να ανανεώσουμε τα διαβατήριά μας. Εκανα τη σχετική έρευνα, στις 8/08/2011, τηλεφωνώντας στην αρμόδια υπηρεσία για να μάθω τη διαδικασία και τι απαιτείται (φωτογραφίες, δύο παράβολα των 58 και 22 ευρώ και διάφορα πιστοποιητικά).
Αρχισα να προβληματίζομαι ελαφρώς την επόμενη μέρα, όταν επισκέφθηκα την εφορία για να αγοράσω τα παράβολα. Παρατηρούσα την υπάλληλο καθώς εξυπηρετούσε τους προηγούμενους. Γρήγορη και ευγενική. Οταν ήρθε η σειρά μου να με εξυπηρετήσει, έβγαλε από μια δέσμη, ισάριθμους φακέλους με τον αριθμό των διαβατηρίων που θέλαμε να ανανεώσουμε, τους ξάπλωσε σε μια σειρά μπροστά της και άρχισε να τοποθετεί στον καθένα έξι με επτά παράβολα διαφόρων ποσών, μέχρι να συμπληρώσει το ποσό των 80 ευρώ συν ένα μικρό ποσοστό, 5% περίπου, υπέρ ενός ταμείου. Οσο την παρακολουθούσα στην εκτέλεση του έργου της, κοιτούσα προσεκτικά τα διάφορα παράβολα που τοποθετούσε στον κάθε φάκελο εντυπωσιασμένος από την ποιότητα του χαρτιού, και αναλογιζόμουν το κόστος παραγωγής, μεταφοράς και καταμέτρησής τους σε κάθε στάδιο παραλαβής. Αναρωτιόμουν γιατί επελέγη αυτή η διαδικασία καταβολής του αντιτίμου για την έκδοση του κάθε διαβατηρίου και όχι η απλή ηλεκτρονική είσπραξη και ο επιμερισμός του ποσού στους διάφορους δικαιούχους και γιατί αυτό να γίνεται στην εφορία και όχι στην αστυνομική διεύθυνση που θα εξέδιδε το διαβατήριο. Τις σκέψεις μου διέκοψε η ευγενική φωνή της υπαλλήλου: «κύριε είστε έτοιμος».
Την άλλη μέρα ξεκινήσαμε πολύ πρωί για να πάμε στην Αστυνομική Διεύθυνση Εκδοσης Διαβατηρίων. Εκεί πληροφορηθήκαμε από το αρμόδιο στέλεχος ότι κακώς πήγαμε χωρίς ραντεβού. Η διαδικασία είναι χρονοβόρα - απαιτούνται 30 με 60 λεπτά για τον καθένα, ανάλογα με τα θέματα που θα προκύψουν. Παρ’ όλα αυτά, το στέλεχος είχε την πρόνοια να ελέγξει τα στοιχεία των ταυτοτήτων μας και αφού διαπίστωσε κάποιες διαφοροποιήσεις σε κάνα δυο από αυτές με τα πιστοποιητικά του δήμου, μας συνέστησε να ξαναπάμε στον δήμο για κάποια συμπληρωματικά στοιχεία. Επίσης, αφού έλεγξε τα παράβολα, συμπλήρωσε ένα από αυτά μπροστά μας σαν δείγμα. Επειδή δεν είχε ελεύθερο χρόνο να μας δεχθεί στις επόμενες δύο ημέρες, είχε την καλοσύνη να κλείσει ραντεβού μαζί μας για το Σάββατο, 13/08/2011, το πρωί. Σαράντα, περίπου, λεπτά για τον καθένα μας πήρε για να ολοκληρωθεί η διαδικασία από το αποτελεσματικό και ευγενικό στέλεχος της Διεύθυνσης Εκδοσης Διαβατηρίων, το οποίο και μας ενημέρωσε ότι τα διαβατήρια θα ήταν έτοιμα να παραληφθούν στις 22/08/2011.
Καθόλη τη διάρκεια της επιστροφής αλλά και για μέρες μετά, με απασχόλησε αυτό το θέμα. Τι πρέπει να γίνει για να μειωθούν δραστικά τόσο οι δαπάνες του Δημοσίου όσο και το οικονομικό και προσωπικό κόστος του πολίτη κάθε φορά που έρχεται σε επαφή με το Δημόσιο; Θα έχουν αποτέλεσμα οι προσπάθειες της κυβέρνησης με την καθοδήγηση της τρόικας για εκσυγχρονισμό των δημοσίων υπηρεσιών με ταυτόχρονη δραστική μείωση των δαπανών γι’ αυτές; Πόσο αποτελεσματικές θα είναι οι προσπάθειες για δημιουργική αναδόμηση, όπως προτείνουν μερικοί από τους αρθρογραφούντες; Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει η άποψη ότι όλες αυτές οι προσπάθειες πρέπει να έχουν έναν κοινό παρονομαστή: Τον σεβασμό τόσο στους εργαζόμενους όσο και στους πολίτες, ώστε να απελευθερώνονται οι δυνατότητές τους κατά τρόπο δημιουργικό.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο εντυπωσιάστηκα στην πρώτη μου επαφή με την κουλτούρα της Toyota, όταν διαπίστωσα ότι ο λόγος της μεγάλης επιτυχίας της ως μιας από τις πλέον καινοτόμες εταιρείες του κόσμου, βασίζεται στην αξία του σεβασμού προς τον άνθρωπο που πρέσβευε ο πατέρας του ιδρυτή της Toyota, Sakishi Toyoda. Στα τέλη της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα, η τεχνολογία των αργαλειών της οικογενειακής του επιχείρησης απαιτούσε την παρουσία ενός εργάτη για κάθε αργαλειό για να τον σταματά κάθε φορά που έσπαζε το νήμα και για την επανεκκίνησή του μετά τις σχετικές ενέργειες επανασύνδεσης του νήματος. O Sakishi Toyoda πίστευε ότι ήταν έλλειψη σεβασμού προς τον άνθρωπο να περιμένει αδρανής να σταματήσει τον αργαλειό μόλις κοπεί το νήμα για να μην καταστραφεί το ύφασμα και ότι υπήρχαν καλύτεροι τρόποι διοχέτευσης της ικανότητάς του από το να κάνει εργασίες που εύκολα γίνονται από μηχανήματα. Ετσι, αυτοματοποίησε τους αργαλειούς, αναπτύσσοντας 24 πατέντες, με αποτέλεσμα ένας εργάτης να μπορεί να επιβλέπει αποτελεσματικά μέχρι τριάντα έξι αργαλειούς! Το 1929, ο γιος του πούλησε τον Τύπο G αυτόματο αργαλειό Toyoda στους Platt Brothers & Co. Ltd., στην τότε μητρόπολη του βιομηχανικού κόσμου, Αγγλία, προς ένα εκατομμύριο γιεν, τα οποία και χρησιμοποίησε λίγο αργότερα για την ίδρυση της αυτοκινητοβιομηχανίας Toyota.
Εκατό χρόνια αργότερα, στην Ελλάδα εξακολουθούμε να βρισκόμαστε υπό την επήρεια των κοινωνικών προβληματισμών του 19ου αιώνα και να εκδηλώνουμε διαφορετικά και καθόλου δημιουργικά τον σεβασμό μας προς τον άνθρωπο. Εξακολουθούμε να προσλαμβάνουμε εργαζόμενους χωρίς αντικείμενο εργασίας, ή συνειδητά να παραγγέλνουμε μονάδες παραγωγής χωρίς τα συστήματα αυτόματης λειτουργίας τους για να απασχολούνται περισσότεροι εργαζόμενοι στους χειρισμούς τους, ή να μην εισάγουμε σύγχρονες ηλεκτρονικές εφαρμογές στις υπηρεσίες που το Δημόσιο παρέχει στους πολίτες.
Του Τάκη Αθανασόπουλου
* Ο κ. Τάκης Αθανασόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, αντιπρόεδρος ΙΟΒΕ.
Πηγή Καθημερινή
28.8.2011
1 σχόλιο:
αυτός ο σεβασμός.. η έλλειψή του μας κυνηγά.. κι όχι μόνο έλλειψη.. αλλά και καταδίκη κάθε προσπάθειας δημιουργικής.. :) :)
την καλησπέρα μου :) :)
Δημοσίευση σχολίου