Σωρεία προσφυγών κατά των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης, ελέω ΔΝΤ, κατατίθεται καθημερινά στα δικαστήρια της χώρας από πολίτες οι οποίοι αδυνατούν να ανταποκριθούν στις νέες φορολογικές απαιτήσεις. Το θέμα της συνταγματικότητας αλλά και της νομιμότητας των ασφυκτικών για τους πολίτες φορολογικών μέτρων, που έχουν προκύψει από την επιβολή του Μνημονίου και την υπογραφή του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, θα εξεταστεί προσεχώς συνολικά από την Ολομέλεια του ΣτΕ με αφορμή προσφυγή που κατέθεσε δικηγόρος στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά.
Ο νομικός, ο οποίος στρέφεται κατά των έκτακτων εισφορών, του εκκαθαριστικού σημειώματος αλλά κυρίως κατά των αντικειμενικών κριτηρίων (πισίνα και χρήση αυτοκινήτου μεγάλου κυβισμού), ζήτησε το θέμα να εξεταστεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ με τη διαδικασία της πρότυπης δίκης, καθώς -όπως επισημαίνει- αφορά μεγάλο αριθμό φορολογουμένων. Το αίτημα έγινε δεκτό και προσεχώς αναμένεται να προσδιοριστεί η ημερομηνία της συζήτησης ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ το οποίο θα αποφανθεί ουσιαστικά επί των ζητημάτων φορολόγησης.
Μερικά από τα νέα φορολογικά μέτρα πάντως απασχολούν ήδη την Ολομέλεια του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου. Το τέλος επιτηδεύματος και η εισφορά αλληλεγγύης είναι δύο εξ αυτών, ωστόσο κατόπιν της προσφυγής, τίθενται και τα ζητήματα των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών, όπως η έκτακτη εισφορά από χρήση αυτοκινήτου μεγάλου κυβισμού και η χρήση πισίνας. Οπως επισημαίνει στην προσφυγή του ο δικηγόρος, η επιβολή των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης είναι αντισυνταγματική καθώς ειδικά για τη φορολόγηση του αυτοκινήτου θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια όπως η τιμή της αγοράς του, το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από την αγορά με συνέπεια τη μείωση της αξίας του, οι δαπάνες συντήρησής του, η χρήση του, τα χιλιόμετρα που έχει διανύσει, το κόστος των καυσίμων κ.ά.
Η αντισυνταγματικότητα, κατά τον δικηγόρο, ο οποίος ζητεί να του επιστραφεί το ποσό που κατέβαλε, έγκειται στην υπερφορολόγηση του πολίτη από το κράτος που, όπως υποστηρίζει, αντίκειται μεταξύ άλλων στις αρχές της φορολογικής δικαιοσύνης και ισότητας ανάλογα με τη φοροδοτική ικανότητα κάθε πολίτη.
Οπως επισημαίνει στην προσφυγή του, η υπερφορολόγηση οδηγεί τον ίδιο -όπως και όλους τους νομοταγείς πολίτες- σε αδυναμία έγκαιρης πληρωμής των πολλαπλών και δυσβάστακτων οικονομικών υποχρεώσεων, σε αδυναμία κάλυψης βασικών βιοτικών αναγκών των ιδίων και των οικογενειών τους, σε μεγάλη μείωση του εισοδήματος και τελικά σε έμμεση και συνταγματικά ανεπίτρεπτη δήμευση της περιουσίας τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην προσφυγή ο δικηγόρος προβαίνει σε καταγραφή των περιουσιακών του στοιχείων καθώς και στους φόρους που του επιβλήθηκαν. Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει, δήλωσε εισοδήματα ύψους 85.000 ευρώ επί των οποίων έχει καταβάλει 44.700 ευρώ. Παράλληλα καταβάλλει δόσεις για το αυτοκίνητο και στεγαστικό δάνειο που έχει λάβει, ενώ ακόμη (όταν υπέβαλε την προσφυγή) δεν του είχε έλθει ο έκτακτος φόρος της ΔΕΗ και τα ΕΤΑΚ παρελθόντων ετών.
Οπως σημειώνει στην προσφυγή, ο τρόπος υπολογισμού της εισφοράς αλληλεγγύης είναι λανθασμένος καθώς δεν θα έπρεπε να υπολογιστεί στο σύνολο των δηλωθέντων με συντελεστή 3%, αλλά θα έπρεπε να υπολογιστεί μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων και την καταβολή φόρου ύψους 30.200 ευρώ και με συντελεστές 1% έως 3% για το κλιμάκιο εισοδήματος στο οποίο υπάγεται.
Της Εύας Καραμανώλη
Πηγή Καθημερινή
31.12.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου