Ενα από τα κρισιμότερα θέματα των επόμενων εβδομάδων θα είναι η τύχη των ελληνικών τραπεζών. Πολλά απ’ όσα διαβάζετε ή ακούτε, άλλωστε, αυτή την περίοδο έχουν να κάνουν, αδιαφανώς και υπογείως, με τις τράπεζες και το ποιος θα τις ελέγχει. Ολοι γνωρίζουμε ότι μετά το μεγάλο «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων και την έκθεση της ΒlackRock την επόμενη εβδομάδα, όλες οι ελληνικές τράπεζες θα είναι στην ουσία απολύτως εξαρτώμενες από κρατικά (ουσιαστικά ευρωπαϊκά) κεφάλαια. Το μεγάλο δίλημμα είναι ποιος θα διοικεί τις τράπεζες, με ποια κριτήρια και ποια μέθοδο.
Ο κ. Παπανδρέου, αλλά και η μεγάλη μερίδα των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, υποστήριζαν την ανάγκη να πάρει το κράτος κοινές μετοχές και στην ουσία να τις διοικεί. Είναι μια άποψη «φιλολαϊκή» και φαινομενικά λογική, η οποία όμως μπορεί να αποδειχθεί άκρως προβληματική για το μέλλον της χώρας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως μερικές τράπεζες ξεπέρασαν κάθε όριο αδιαφάνειας και κακοδιαχείρισης. Κατά τη γνώμη ξένων ειδικών, μάλιστα, η ελληνική οικονομία δεν θα πάει ποτέ μπροστά αν δεν εξυγιανθεί αυτό το κομμάτι του τραπεζικού συστήματος που συντηρούσε για χρόνια μη βιώσιμες επιχειρήσεις σε διαφόρους κλάδους και εξυπηρετούσε πολιτικά και άλλα συμφέροντα. Αυτό το κομμάτι πρέπει πράγματι να «τιμωρηθεί» γιατί η κατάστασή του δεν οφείλεται σε κακοτυχία ούτε στο ότι αγόρασε ομόλογα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Θα φανεί, εξ άλλου, ποια τράπεζα ανήκει σε ποια κατηγορία όταν δημοσιοποιηθούν τα ευρήματα της ΒlackRock.
Αυτό που προβληματίζει, αν δεν συνιστά εφιάλτη, είναι η κρατικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος. Ποιος μπορεί να εμπιστευθεί το σημερινό πολιτικό σύστημα για τη διαχείριση του συνόλου των τραπεζών; Θα δώσουμε, δηλαδή, τον απόλυτο έλεγχο της πραγματικής οικονομίας στο πολιτικό σύστημα που κατάφερε να χρεοκοπήσει και τη χώρα και τα κόμματα «επιχειρήσεις» ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.; Αντιλαμβάνεσθε ότι θα μπορεί κάποιος πολιτικός να παίζει τον... Πούτιν ελέγχοντας τις προβληματικές επιχειρήσεις του Τύπου ή τη δανειοδότηση άλλων εταιρειών; Θα ξαναγυρίσουμε, δηλαδή, στις παλιές εποχές όπου ένας υπουργός έδινε εντολή για δάνεια; Νομίζω ότι θα είναι μεγάλη καταστροφή, ότι θα μιλάμε για τη δημιουργία όχι μιας ακόμη, αλλά πολλών «Αγροτικών». Γι’ αυτό και είναι ύποπτο, αν όχι αστείο, να ακούς κάποιους πολιτικούς να μιλούν πάλι για νέο δημόσιο πυλώνα του τραπεζικού συστήματος...
Είναι λογικό οι πολιτικοί να φλερτάρουν με την ιδέα της πλήρους κρατικοποίησης. Προσλήψεις δεν μπορούν να κάνουν, ρουσφέτια πολύ δύσκολα, το μόνο που θα απομένει σε μια επόμενη κυβέρνηση για να μοιράσει λεφτά θα είναι οι τράπεζες και ο ΟΠΑΠ.
«Ωραία», θα πείτε, «και πώς θα προστατεύσει το ελληνικό Δημόσιο τα κεφάλαια που θα βάλει, και έχει ήδη βάλει, για την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών»; Το καλό είναι ότι για τον ίδιο στόχο ενδιαφέρονται και οι Ευρωπαίοι, που στο κάτω κάτω είναι εκείνοι που έχουν βάλει τα χρήματα. Λύσεις υπάρχουν και έχουν δοκιμασθεί σε άλλες χώρες. Υπάρχουν, π.χ., κοινές μετοχές ειδικού σκοπού που δίνουν δικαίωμα βέτο στο Δημόσιο για σημαντικές αποφάσεις και τη δυνατότητα να πουλήσει τις μετοχές του με σημαντικό κέρδος μέσα σε σύντομο διάστημα. Αυτή η λύση μπορεί να προκριθεί για τις τράπεζες που (α) έχουν μετόχους που βάζουν χρήματα για την ενίσχυσή τους, (β) βρίσκουν πρόσθετα κεφάλαια από άλλες πηγές και (γ) παρουσιάζουν ένα αξιόπιστο επιχειρηματικό σχέδιο περικοπών και νοικοκυρέματος.
Καλώς ή κακώς, είτε μισούμε είτε αγαπάμε τις τράπεζες, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτές έως ότου πεθάνει ο καπιταλισμός. Η επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας θα έχει ανάγκη τράπεζες με ρευστό, που θα παίρνουν ρίσκα και θα λειτουργούν με βάση τραπεζικά και μόνο κριτήρια. Για να είναι, όμως, πειστική οιαδήποτε σοβαρή ενδιάμεση λύση σε σχέση με τον ρόλο του κράτους, είναι ανάγκη οι εποπτικές αρχές, οι πολιτικοί, αλλά και ο υγιής τραπεζικός κλάδος να συνεισφέρουν στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος.
Αλλιώς οι ανομίες και υπερβολές κάποιων θα παρασύρουν μαζί και τους υγιείς και νοικοκύρηδες του κλάδου. Πράγμα που πέρα από το ότι είναι άδικο, μπορεί να υπονομεύσει την ποθούμενη επαναλειτουργία της πραγματικής οικονομίας.
Του Αλέξη Παπαχελά
Πηγή Καθημερινή
18.12.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου