Προσεγγίζοντας το λιμάνι της Σαμοθράκης, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, οι ταβέρνες και τα καταστήματα τουριστικών ειδών μοιάζουν με παιδικά παιχνίδια μπροστά στον ορεινό όγκο του Φεγγαριού -ή Σάος, όπως είναι η επίσημη ονομασία του βουνού-, που δεσπόζει στο βάθος. Στην πραγματικότητα, ολόκληρο το νησί είναι σαν ένα βουνό μισοβυθισμένο στη θάλασσα, ενώ ακόμα και σήμερα οι ανθρώπινες παρεμβάσεις περιορίζονται στα παράλια και σε κάποια επίπεδα υψώματα.
Στην συχνά κρυμμένη πίσω από μαύρα σύννεφα κορυφή του Φεγγαριού, το τοπίο είναι όντως σεληνιακό. Οι πλαγιές του, όμως, κρύβουν καταπράσινα φαράγγια, υπεραιωνόβια δάση πλατάνου και βελανιδιάς, καταρράκτες με κρυστάλλινα νερά και μια άγρια ομορφιά εντελώς διαφορετική από τη γραφικότητα των αιγαιοπελαγίτικων νησιών.
Τους θερινούς μήνες, ένα δημοτικό λεωφορείο μεταφέρει όσους επιβάτες δεν διαθέτουν μεταφορικό μέσο από το λιμάνι -το μόνο σημείο του νησιού που θυμίζει τουριστικό προορισμό- στα δύο πολυσύχναστα δημοτικά κάμπινγκ και το μικρό, κατάφυτο χωριό των Θέρμων, με μία στάση στην Παλαιόπολη, όπου βρίσκεται το Ιερό των Μεγάλων Θεών. Περιπλανηθήκαμε στα ερείπια της αρχαίας πόλης ένα μεσημέρι του Ιουλίου, με τα πλατάνια να μας προστατεύουν από τον ανελέητο ήλιο του καλοκαιριού. Εκεί που κάποτε πλήθη πιστών συνέρρεαν για να λάβουν μέρος στα περίφημα Καβείρια Μυστήρια, σήμερα βασιλεύει η σιωπή, που διακόπτεται μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις, όταν στον αρχαιολογικό χώρο ξεναγούνται ομάδες τουριστών. Ωστόσο, το σκηνικό εγκατάλειψης που συνθέτουν τα διάσπαρτα χορταριασμένα μάρμαρα, οι πεσμένοι κίονες και η ανύπαρκτη ανθρώπινη παρουσία, δεν προκαλεί θλίψη, αλλά αντίθετα γαληνεύει.
Λίγα χιλιόμετρα πιο ανατολικά ρέει ο καταρράκτης του Φονιά - ο μεγαλύτερος του νησιού με ύψος 83 μ. Το ομώνυμο ρέμα είναι ίσως ο πιο δημοφιλής προορισμός της Σαμοθράκης, χάρη στις «βάθρες», όπως ονομάζουν οι ντόπιοι τις λιμνούλες που σχηματίζονται κατά μήκος των πολυάριθμων ρεμάτων. Εξάλλου το νησί δεν φημίζεται για τις παραλίες του, αλλά για τα δροσερά νερά των ποταμών του και φυσικά για τα αμέτρητα αγριοκάτσικα, που σκαρφαλώνουν ακόμα και σε αυτοκίνητα για να γευτούν φρέσκα πλατανόφυλλα. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, τα κατσίκια ήταν κάποτε περισσότερα από τους ανθρώπους του νησιού, όμως ο πληθυσμός τους έχει πια μειωθεί δραματικά, καθώς τυχαίνει να αποτελούν βασικό συστατικό μιας από τις ντόπιες σπεσιαλιτέ.
Ξεχασμένος παράδεισος
Για να αποφύγουμε τον συνωστισμό στις πρώτες βάθρες του Φονιά, περπατήσαμε αρκετή ώρα στο βραχώδες, γλιστερό μονοπάτι, προσπερνώντας τη φωτογραφία του νεαρού, που πλήρωσε μια στιγμή απροσεξίας με τη ζωή του.
Η ανάβαση, πάντως, δεν θεωρείται επικίνδυνη μέχρις ενός σημείου. Τις υπόλοιπες μέρες βρίσκαμε καταφύγιο στην πιο ερημική και εύκολα προσεγγίσιμη «Γριά Βάθρα» κοντά στα Θέρμα. Στο χωριό συμβιώνουν αρμονικά οι ηλικιωμένοι κάτοικοι με την «εναλλακτική» νεολαία, η οποία εξακολουθεί να συρρέει παρότι τα κάποτε θρυλικά μουσικά φεστιβάλ έχουν πια χάσει την αίγλη τους.
Εντελώς διαφορετική είναι η ατμόσφαιρα στη Χώρα. Χτισμένος αμφιθεατρικά σε μεγάλο υψόμετρο, ο παραδοσιακός οικισμός πρόσφερε ιδανικό καταφύγιο στους κατοίκους στην περίπτωση εχθρικής εισβολής, ενώ η πανοραμική θέα από το- μισογκρεμισμένο, πλέον- μεσαιωνικό κάστρο εξασφάλιζε ότι κανένας δεν μπορούσε να πλησιάσει χωρίς να γίνει αντιληπτός.
Ενας μικρός, μισοξεχασμένος παράδεισος, η Σαμοθράκη είναι ένας πραγματικά μοναδικός τόπος. Δεν έχει όμως παραμείνει αλώβητη, όπως μαρτυρούν η απουσία υδρόβιας ζωής στα ρέματα και οι παράνομα κομμένοι κορμοί στα αιωνόβια δάση.
Της Χριστίνας Σανούδου
Πηγή Καθημερινή
11.2.2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου