Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Το στέκι του Ελύτη και του Σεφέρη γονατίζει από την κρίση : βιβίοπωλείο Κάουφμαν

ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ που κάποιοι Αθηναίοι πανηγύριζαν με υψωμένα τα ποτήρια τη νίκη Καμίνη στην πλατεία Κλαυθμώνος ένα ζεστό και όμορφο βράδυ του Νοέμβρη, το βιβλιοπωλείο που βρισκόταν ακριβώς απέναντι ζούσε το δικό του δράμα. Ο ιστορικός Κάουφμαν, που δίδαξε στον κόσμο της Αθήνας τα ξένα γράμματα και τις τέχνες, που έκανε γνωστούς στην πόλη τον Καμί και τον Σαρτρ, παρέμενε το πρώτο μεγάλο «πνευματικό» θύμα της οικονομικής κρίσης, καθώς έχει υπαχθεί στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, που ρυθμίζει τη διαδικασία συνδιαλλαγής με τους πιστωτές.

Tίποτε δεν θύμιζε πλέον τις ένδοξες εποχές του γνωστού ως «ο άρχοντας των βιβλιοπωλείων» Κάουφμαν, εκείνες τις ένδοξες ημέρες που στον δεύτερο του όροφο σύχναζαν ο Ελύτης και ο Χατζιδάκις, ο Σεφέρης και οι Γάλλοι επισκέπτες της πόλης. Για τους φίλους του βιβλίου ο Κάουφμαν δεν ήταν ποτέ απλώς ένα βιβλιοπωλείο: ήταν ένας ναός, ένας αστικός μύθος με τον οποίο μεγάλωσαν όσοι αγάπησαν το βιβλίο και τον κόσμο του, όσοι ονειρεύτηκαν ένα μέρος όπου δεν μπαίνεις για να αγοράσεις αλλά για να ζήσεις όλα όσα υπόσχονται οι σελίδες ενός βιβλίου. Εδώ μπορούσες να μυρίσεις τις σελίδες των παλιών λευκωμάτων -το μοναδικό μέρος όπου το βιβλίο «μυρίζει» ακόμη, να μαλώσεις με κάποιον από τους μορφωμένους πωλητές του για τους συγγραφείς της μόδας, να κλάψεις -ναι, έχει συμβεί και αυτό! για μια σπάνια έκδοση που μόλις στην άρπαξε μια πελάτισσα από τα χέρια και να νιώσεις την επιθυμία να γίνεις καλύτερος, πλουσιότερος, γεμάτος γνώση. Στον Κάουφμαν έγραφε ο Ελύτης ότι πρωτοένιωσε τη χαρά της ποίησης και πρωτοανακάλυ-ψε τον Ελιάρ, στον Κάουφμαν έμπαινε ο Σεφέρης κάθε φορά που ήθελε να ξανανιώσει κοντά του τη Γαλλία. Ανέκαθεν άλλωστε ο Κάουφμαν ή Κοφμάν για τους γαλλομαθείς ήταν συνδεδεμένος με τα ευρωπαϊκά γράμματα και ειδικά τον γαλλικό πολιτισμό. Εξ ου και το ότι ήταν ο μόνος χώρος που άκουγες οι κουβέντες να γίνονται ταυτόχρονα σε τρεις και παραπάνω γλώσσες, άσε που οι πωλητές του συνεννοούνταν ταυτόχρονα σε γαλλικά, αγγλικά και ελληνικά. Ως γνωστόν στον Κάουφμαν οι πωλητές δεν είχαν τη νοοτροπία υπαλλήλου, αφού βρίσκονταν εκεί για να υποστηρίζουν την άποψή τους για ένα προϊόν που δεν πουλιέται ποτέ αλλά αγαπιέται αφόρητα: το βιβλίο.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ
Για τους μυημένους στο απόλυτο βιβλιοφιλικό έγκλημα που λεγόταν Κάουφμαν τα πάντα ήταν σκόπιμα στημένα. Ολα ξεκινούσαν από το ισόγειο, όπου συνήθως σε υποδεχόταν ένας υπάλληλος έτοιμος να σου λύσει κάθε απορία και να σε «ξεφορτωθεί» σύντομα αν δεν είχες σχέση με το βιβλίο ή αν ήθελες απλώς ένα εκπαιδευτικό βοήθημα. Για όλους όσοι ήξεραν ο παράδεισος ήταν αποκλειστικά ο πρώτος όροφος, που άνοιγε πανηγυρικά τις πύλες του με το που ανέβαινες την ξύλινη, περιστροφική σκάλα: οι τεράστιες βιτρίνες με τα λευκώματα βρίσκονταν δεξιά και αριστερά στη σκάλα και σε ανάγκαζαν πολλές φορές να σταματάς στο σκαλοπάτι για να τα χαζέψεις. Μπορούσες επίσης να εξασκήσεις τα γαλλικά σου πιάνοντας κουβέντα με τους φανατικούς θαμώνες που κάθονταν στο βιβλιοπωλείο με τις ώρες ή να χαζέψεις τις κυρίες του Κολωνακίου που θαρρείς ότι στοίχειωναν ως πελάτισσες το μέρος από πάντα. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τον ίδιο τον κ. Κάουφμαν που καθόταν πάντα σκυμμένος σε ένα βιβλίο υπό τους ήχους της κλασικής μουσικής, σαν να μην κατοικεί σε αυτόν τον κόσμο, ή την κομψή και χαμογελαστή κυρία Ελένη που συμβολίζει μια άλλη, πιο ρομαντική εποχή για το βιβλίο, τον ευγενικό κ. Νίκο και τους ξένους που δούλευαν στο βιβλιοπωλείο και πάντοτε κάτι σκάλιζαν στο χαρτί: άτακτες σκέψεις, ένα πρόχειρο δοκίμιο, κάποιο ποίημα.


Ηταν τότε που ο Κάουφμαν εκτός από βιβλιοπωλείο δέσποζε και στον χώρο των εκδόσεων - με το πλέον δημοφιλές το γαλλοελληνικό λεξικό του, αναντικατάστατο για τους γαλλομαθείς μέχρι σήμερα.

Με τον καιρό όμως και με την εξάπλωση του Ιντερνετ και τον πολλαπλασιασμό των βιβλιοπωλείων η αποκλειστικότητα του Κάουφμαν στα βιβλία του ξένου πολιτισμού έπαψε να έχει την ίδια βαρύτητα. Επιπλέον οι παραγγελίες μειώθηκαν, ο κόσμος άρχισε να στρέφει το ενδιαφέρον του στα αγγλόφωνα και όχι στα γαλλόφωνα ή γερμανόφωνα βιβλία -στα οποία εξειδικευόταν ο Κάουφμαν.

Μια επίσκεψη ακόμη και τώρα στους σχεδόν εγκαταλελειμμένους χώρους του Κάουφμαν αξίζει πάντα για να δει κανείς τι σημαίνει ναός του βιβλίου. Να καταλάβει πως μερικά καταστήματα δεν είναι απλώς επιχειρήσεις, αλλά κοιτίδες πολιτισμού και συμβολικές σελίδες της αστικής μας ιστορίας. Πίσω άλλωστε από τις άδειες βιτρίνες και τα σκονισμένα ράφια του Κάουφμαν βλέπει κανείς ακόμη και σήμερα τις εικόνες ενός εκλεκτού κόσμου που χάνεται, ενός κόσμου που ξέρει να εκτιμά απόψεις, γεύσεις -μεταξύ των οποίων και αυτή της αφής και της μυρωδιάς του χαρτιού- και ιδέες. Ενός κόσμου ο οποίος όσο και αν διαγράφεται από τον χάρτη θα παραμένει πάντα ζωντανός στις σελίδες ενός βιβλίου και στις καρδιές μας: κι αυτός ο κόσμος ούτε εξαγοράζεται ούτε πουλιέται ούτε χρεοκοπεί.

Ο Παλαμάς, εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της Μερόπης Κάουφμαν θα της αφιερώσει το ομώνυμο ποίημά του από τη συλλογή «Δειλοί και Σκληροί Στίχοι». Μέχρι τον θάνατό του στις 12 Ιουλίου του 1965, ο Χέρμαν Κάουφμαν περνά μια ζωή διαρκούς μάχης. Διώκεται και από Γερμανούς αλλά και από τους αντάρτες, καθώς η εβραϊκή του καταγωγή και οι φιλομοναρχικές του απόψεις θα τον φέρνουν συνεχώς στο στόχαστρο και καταφέρνει να γλιτώσει την αιχμαλωσία από καθαρή τύχη. 

Το ιστορικό βιβλιοπωλείο θα περάσει στα χέρια της Μερόπης και του γιου τους μέχρι το 1984. Σήμερα οι εκδόσεις Κάουφμαν διευθύνονται από τις οικογένειες Γιαννίκου, Σταυροπούλου και Καλδή.


Η υπαγωγή στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού κώδικα νάναι άραγε μονόδρομος?


Πηγή Το πρώτο Θέμα
5.12.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ShareThis