Είμαι νέα βουλευτής. Εκλέχτηκα για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2009, εκπροσωπώντας τον νομό Δράμας. Στο γραφείο μου συνωστίζονται πολλοί, ζητώντας τη βοήθειά μου για ό, τι μπορείτε να φανταστείτε. Μερικά αιτήματα είναι δίκαια, άλλα πάλι όχι. Κοινό τους γνώρισμα είναι η αγωνία για το αύριο, η απελπισία, η ζωή που χάνεται μεταξύ του ταμείου ανεργίας και των αιτήσεων για δουλειά.
Οι πολίτες προσέρχονται στους βουλευτές εκ παραδόσεως, ζητώντας τη μεσολάβησή τους. Στο βάθος, όμως, διαβλέπω δυσπιστία που φτάνει τα όρια της αποστροφής. Ζητούν τη βοήθειά μας, αλλά νιώθω ότι μας θεωρούν υπαίτιους για την αθλιότητα της χώρας – για τη χρεοκοπία της και ό, τι αυτή συνεπάγεται για τον καθένα προσωπικά. Οι πολίτες βλέπουν τους βουλευτές αντιφατικά: αρκετοί τους χρειάζονται (ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν), αλλά συγχρόνως τους θεωρούν εκπροσώπους ενός χρεοκοπημένου συστήματος.
Παρομοίως αντιφατική είναι και η θεώρηση των βουλευτών: εκπροσωπούν τους εκλογείς τους (με ό, τι αυτό συνεπάγεται) αλλά συγχρόνως, λόγω θέσεως, ηγούνται των ψηφοφόρων. Εξηγούμε στους εκλογείς μας (ιδιαίτερα εμείς οι κυβερνητικοί βουλευτές) τη δεινή θέση της χώρας και προσπαθούμε να τους πείσουμε ότι χωρίς ρηξικέλευθα μέτρα, που αναπόφευκτα αναστατώνουν τη ζωή όλων, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της. Εξηγούμε, αλλά δεν είμαι βέβαιη ότι πείθουμε.
Για να είμαστε πειστικοί πρέπει να αναλάβουμε εμπράκτως ηγετικό ρόλο. Οχι μόνο οι κυβερνητικοί, αλλά όλοι οι βουλευτές. Η αξιοπιστία μας είναι στο χαμηλότερο δυνατό σημείο. Αρκετοί μας θεωρούν «κλέφτες» και το φωνάζουν στις διαδηλώσεις. Τι μπορούμε να κάνουμε; Δεν χρειάζεται σοφία, είναι γνωστό από παλιά: δίνοντας το καλό παράδειγμα, εναρμονίζοντας τα έργα μας με τα λόγια μας. Οταν ζητάμε από τους άλλους να ξεβολευτούν, πρέπει πρώτα να ξεβολευτούμε εμείς οι ίδιοι. Ο Μαχάτμα Γκάντι έλεγε: «Να είσαι η αλλαγή που επαγγέλλεσαι».
Για να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας πρέπει να εκπληρώσουμε επαξίως την ηγετική μας λειτουργία. Ηρθε η στιγμή να κάνουμε το πρώτο βήμα: τώρα που ζητάμε από τον λαό πρωτοφανείς θυσίες, πρώτοι εμείς να περικόψουμε τα προνόμιά μας.
Η περικοπή των αποδοχών των βουλευτών που αποφασίστηκε από τη Βουλή ήταν μια καλή αρχή, φοβούμαι όμως ότι δεν έχει τον απαιτούμενο ισχυρό συμβολισμό. Αν η μείωση μισθού στο Δημόσιο είναι κατά μέσο όρο 17%, ας επωμισθούμε διπλάσιο βάρος, μειώνοντας τις αποδοχές μας κατά 34%. Οταν ηγείσαι, έχεις αυξημένες ευθύνες.
Ως ηλεκτρολόγος μηχανικός, είμαι ασφαλισμένη στο ΤΣΜΕΔΕ. Γιατί στα 65 μου να πάρω και βουλευτική (αν επανεκλεγώ) και επαγγελματική σύνταξη; Γιατί να μη συνεισφέρει πλήρως ο νέος μου εργοδότης, η Βουλή, στο επαγγελματικό μου Ταμείο, όπως κάνει κάθε εργοδότης; Γιατί να υπάρχει επιπλέον αμοιβή για τη συμμετοχή στα θερινά τμήματα της Βουλής; Γιατί να αμειβόμαστε χωριστά για τη συμμετοχή μας σε επιτροπές της Βουλής;
Στη Βουλή έρχονται κάθε χρόνο αρκετές καταγγελίες εναντίον βουλευτών, οι οποίες χρήζουν δικαστικής διερεύνησης. Γιατί να «προστατεύομαι» από βουλευτική ασυλία για ενδεχομένως αξιόποινες πράξεις μου πριν εκλεγώ βουλευτής; Γιατί να μη διώκομαι όπως κάθε πολίτης για μη πολιτικές πράξεις μου; Γιατί να μην το κρίνει αυτό η Δικαιοσύνη, όπως ορθά πρότεινε ο καθηγητής κ. Αλιβιζάτος, παρά οι συνάδελφοι βουλευτές;
Θα μπορούσα να συνεχίσω επί μακρόν. Απολαμβάνουμε προνομίων τα οποία έχουν να κάνουν λιγότερο με την άσκηση του λειτουργήματός μας και περισσότερο με τη, σε κάποιο βαθμό, συντεχνιακή νοοτροπία που καλλιεργήθηκε τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες στους κόλπους μας. Πώς θα δικαιολογήσει λ. χ. ένας γιατρός-βουλευτής την επάνοδο σε προσωποπαγή θέση διευθυντή του ΕΣΥ, αν δεν επανεκλεγεί;
Ισως αντιλεχθεί να κάνω εγώ πρώτη την αρχή, αρνούμενη να εισπράξω το σύνολο της αποζημίωσής μου κ. λπ. Δεν θα το κάνω επειδή είναι η εύκολη λύση – είναι ατομική, όχι θεσμική αντιμετώπιση του ζητήματος. Η ατομική παραίτηση από τη βουλευτική αποζημίωση μπορεί να είναι αλτρουιστική πράξη, αλλά έχει μικρή πολιτική αξία. Δεν χρειαζόμαστε τόσο το παροιμιώδες ελληνικό φιλότιμο, όσο συγκροτημένες θεσμικές παρεμβάσεις. Οπως η ατομική φιλανθρωπία διαφέρει ουσιαστικά από το κοινωνικό κράτος, έτσι και η ατομική λύση, όσο αξιέπαινη κι αν είναι, είναι διαφορετική από τη θεσμική. Χρειαζόμαστε θεσμικά κατοχυρωμένες συμπεριφορές, όχι απλώς εξατομικευμένες αντιδράσεις.
Αν το σκεφτεί κανείς, η ανταλλαγή που προτείνω είναι απολύτως συμφέρουσα: θα δώσουμε χρήματα για να κερδίσουμε πρόσωπο. Με συνέπεια και σοβαρότητα, ίσως καταφέρουμε να μας θεωρεί ο λαός άξιους ηγέτες του αντί για βολεμένους παρατρεχάμενους. Αν δεν εμπνεύσουμε τους πολίτες δεν έχουμε μέλλον. Αλλά για να εμπνεύσουμε πρέπει να ταυτιστούμε μαζί τους. Διαμορφώνουμε νοοτροπίες όχι με τα λόγια αλλά με τα έργα μας.
Της Χαράς Κεφαλίδου
Η κ. Χαρά Κεφαλίδου είναι βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στον νομό Δράμας.
Πηγή Καθημερινή
16.1.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου