Εν μέσω οικονομικής κρίσης, η μετανάστευση έχει σχεδόν «διαφημιστεί» ως μια εναλλακτική προοπτική για νέους και ανέργους στην Ελλάδα. Σχόλια και συζητήσεις σε ΜΜΕ την έχουν αναφέρει ξανά και ξανά ως μια ρεαλιστική προοπτική. Υπήρξε και μια έρευνα του Παντείου Πανεπιστημίου η οποία κατεδείκνυε έντονο ενδιαφέρον μεταξύ των φοιτητών για την αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό. Αναμφίβολα, το σημερινό διεθνοποιημένο εργασιακό περιβάλλον, ειδικά μέσα στην Ευρώπη, ανοίγει ορισμένες τέτοιες προοπτικές.
Ωστόσο, θέλω να αμφισβητήσω αυτόν τον υπό διαμόρφωση «λαϊκό μύθο» που θέλει νέους και νέες να κινούνται εκτός Ελλάδας για το εργασιακό τους μέλλον.
Ναι, για μερικούς ίσως να είναι μια λύση. Δεν πιστεύω όμως ότι κάτι τέτοιο αποτελεί μια βιώσιμη στρατηγική εξόδου από την κρίση και τα προβλήματά της, τουλάχιστον για την πλειοψηφία των νέων ανθρώπων. Στο παρελθόν είναι αλήθεια βέβαια ότι οι Ελληνες μετανάστευσαν ομαδικά σε πολλές χώρες του κόσμου. Ολοι μας γνωρίζουμε από τα μαθητικά μας χρόνια τις ιστορίες για τις περίφημες ελληνικές παροικίες της Ανατολικής Μεσογείου και της Δυτικής Ευρώπης. Αυτές οι μετακινήσεις όμως είχαν γίνει σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους όπου οι περιορισμοί στην μετακίνηση πληθυσμών δεν είχαν λάβει τη μορφή που έλαβαν από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά.
Για παράδειγμα, ο κρατικός έλεγχος διαβατηρίων δεν υπήρχε μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Η συστηματική κρατική πολιτική για τη ρύθμιση της μετανάστευσης ήταν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ανύπαρκτη για τα περισσότερα κράτη. Σήμερα όμως ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου τα περισσότερα κράτη προσπαθούν να ελέγξουν τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό τις μεταναστευτικές ροές που κατευθύνονται προς αυτά. Και, για να μην το ξεχάσουμε, ανάμεσα σε αυτά τα κράτη είναι και η Ελλάδα.
Για να κάνουμε μια αναφορά σε μια περίοδο συγκρίσιμη με τη δική μας πρέπει να κοιτάξουμε την περίπτωση της μεταπολεμικής μετανάστευσης από την Ελλάδα. Σε αυτήν την περίοδο οι σημαντικότερες μεταναστευτικές ροές κατευθύνθηκαν από την Ελλάδα προς την τότε Δυτική Γερμανία και τους υπερπόντιους προορισμούς της Αυστραλίας, του Καναδά και των ΗΠΑ.
Η μετακίνηση αυτή όντως προσέφερε πολλά στην οικονομική ανάκαμψη της μεταπολεμικής Ελλάδας. Ομως, οφείλονταν στο γεγονός ότι οι οικονομίες αυτές είχαν τότε έντονες ανάγκες για εργατικά χέρια, καθώς αναπτύσσονταν με ταχύτατους ρυθμούς. Η μεταπολεμική περίοδος, τουλάχιστον μέχρι το πετρελαϊκό κραχ του 1973, υπήρξε μια μεγάλη περίοδος οικονομικής ανάπτυξης για αυτές τις οικονομίες. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Ελληνες μπόρεσαν να μεταναστεύσουν προς αυτούς τους προορισμούς.
Σήμερα βιώνουμε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση. Η κρίση είναι παντού, τόσο σε Δυτική Ευρώπη όσο και σε Βόρειο Αμερική. Οι εθνικές αγορές εργασίας σε αυτές τις χώρες έχουν σημαντικά προβλήματα. Το φάσμα της ανεργίας είναι μια πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν χιλιάδες νοικοκυριά τόσο σε Δυτική Ευρώπη όσο και σε Βόρειο Αμερική. Επομένως, η αντικειμενική δυνατότητα για την απορρόφηση νέων μεταναστών είναι πολύ περιορισμένη.
Τα τελευταία χρόνια οι μεταναστευτικές ροές προς αυτές τις χώρες έχουν μειωθεί και έχει υπάρξει και η αντίθετη τάση, δηλαδή να επιστρέφουν οι μετανάστες που βρισκόντουσαν σε αυτές τις χώρες πίσω στις πατρίδες τους ακριβώς γιατί η αγορά εργασίας δεν μπορεί να τους στηρίξει οικονομικά.
Ανάλογο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί και στην Ελλάδα με τους μετανάστες από την Αλβανία και άλλες γειτονικές χώρες.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι η μετανάστευση δεν αποτελεί μια κάποια προοπτική για ορισμένους Ελληνες. Η ύπαρξη οικογενειακών δεσμών με μετανάστες εγκαταστημένους σε άλλες χώρες δίνει τη δυνατότητα μετακίνησης με την προοπτική ότι οι μετακινούμενοι θα απασχοληθούν σε οικογενειακές επιχειρήσεις άλλων ομογενών. Αυτή είναι μια από τις κλασικές μεθόδους μετανάστευσης. Επίσης, όσοι διαθέτουν τις αναγκαίες δεξιότητες όπως π.χ. η γνώση μιας ευρωπαϊκής γλώσσας, μπορούν να διερευνήσουν τις πιθανότητες στο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας.
Ομως, η μετανάστευση δεν πρέπει, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, να θεωρείται ως μια κεντρική επιλογή για την πλειοψηφία των ανέργων στην Ελλάδα. Αυτό μπορεί να αλλάξει μόνον εάν υπάρξει ανάκαμψη στην παγκόσμια οικονομία και αυξημένη ζήτηση σε άλλες χώρες. Προς το παρόν, όμως, το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και η κατάσταση στην αγορά εργασίας της Ελλάδας εξαρτώνται από ό,τι πρόκειται να γίνει ή να μη γίνει μέσα στην Ελλάδα.
Του Βίκτωρα Ρουδομέτωφ (* Ο Βίκτωρ Ρουδομέτωφ είναι αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου)
Πηγή Καθημερινή
31.12.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου