Τα ίδια προβλήματα έχουν πλέον οι ιδιοκτήτες καταστημάτων σε Ομόνοια, Εξάρχεια, Πατησίων και Πειραιά
«Εάν ήταν μόνον η κρίση, κουτσά-στραβά, ίσως τα φέρναμε βόλτα. Ομως, προσθέστε την εγκληματικότητα, τις απεργίες, τις πορείες και τα επεισόδια, αλλά και τα δελτία ειδήσεων όπου παρελαύνουν μόνον κακά μαντάτα και μαύρες προοπτικές, επιβαρύνοντας την ψυχολογία των καταναλωτών». Στην παραπάνω φράση ο εμπορικός κόσμος συνοψίζει τον επιχειρηματικό Γολγοθά που βιώνει τα τελευταία δύο χρόνια. Πίσω από κάθε μαγαζί που βάζει λουκέτο και ένα βαρύ ατομικό ή οικογενειακό πλήγμα.
Η διάψευση των προσδοκιών της κ. Ειρήνης Κοντοπούλου είναι ενδεικτική χιλιάδων άλλων περιπτώσεων. Πριν από έξι χρόνια, αποφάσισε να ανοίξει κατάστημα οπτικών στην οδό Κοδριγκτώνος, σημείο που εθεωρείτο «φιλέτο» στην ευρύτερη περιοχή, λόγω της γειτνίασης με τα δικαστήρια και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δεν πρόλαβε, όμως, να δικαιωθεί από την επιλογή της, αφού από το 2008 το μαγαζί της βρέθηκε σε μια από τις «ζώνες έντασης» της Αθήνας.
«Μια τα Δεκεμβριανά, μετά συνεχείς πορείες και επεισόδια, η γειτονιά μας μετατράπηκε σε πεδίο μάχης», λέει στην «Κ» η κ. Κοντοπούλου και «άρχισα να παίρνω τα μέτρα μου: πριν σχολάσω μάζευα όλο το εμπόρευμα από τη βιτρίνα, έκλεινα τα φώτα να μην προκαλώ...».
Στα πέριξ σημειώθηκαν περιστατικά «πλιάτσικου», το δικό της κατάστημα, ωστόσο, «γλίτωσε». Εκτοτε, η φυσιογνωμία της περιοχής άλλαξε. «Οσοι είχαν τη δυνατότητα μετακόμισαν στα βόρεια και η περιοχή κατοικείται σήμερα σχεδόν αποκλειστικά από άρτι αφιχθέντες αλλοδαπούς, που ακόμα δεν έχουν δουλειά». Και μαζί με την αυξανόμενη εγκληματικότητα, ήρθε και η κρίση. «Στον δρόμο μου έκλεισαν τέσσερα καταστήματα, λειτουργώ μόνον εγώ και δύο καφετέριες», επισημαίνει, ενώ «μετά τις 7 μ.μ. κλειδώνω την πόρτα. Τους τελευταίους μήνες έχει χτυπήσει ο συναγερμός μου τρεις φορές μέσα στη νύχτα». Λίγα μέτρα από τη βιτρίνα της, αραδιασμένες οι πραμάτειες πλανόδιων πωλητών όπου βρίσκει κανείς εκατοντάδες απομιμήσεις επώνυμων σκελετών γυαλιών σε τιμές εξευτελιστικές. «Αναγκαστικά ρίχνω και εγώ τις τιμές όσο μπορώ, έχω επιστρατεύσει και το τεφτέρι», αναφέρει η ίδια, «ακόμα και τα γυαλιά οράσεως πωλούνται με δυσκολία». Το πρωί κάτι «κινείται», αλλά τα απογεύματα ο κόσμος στην Κυψέλη μοιάζει να «ταμπουρώνεται» στα σπίτια του. «Εχουν περάσει μέρες, ακόμα και εβδομάδα ολόκληρη που δεν μπήκε κανείς στο κατάστημά μου, έτσι κάνω με ιδιαίτερη φειδώ παραγγελίες και φυσικά δεν έχω τη δυνατότητα να προσλάβω υπάλληλο».
Παρακάτω, στην Πατησίων, πάλαι ποτέ κραταιά αγορά, τα κλειστά καταστήματα είναι περισσότερα από τα ανοιχτά. «Ο τζίρος μας έχει πέσει μέχρι και 70%», δηλώνει στην «Κ» έμπορος, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, «το εκτεταμένο παρεμπόριο, η αυξανόμενη εγκληματικότητα, αλλά και η μετατροπή της Πατησίων σε “πιάτσα” ιερόδουλων, έπληξαν την εικόνα της λεωφόρου». Σε αδιέξοδο δεκάδες έμποροι, που έχουν πάρει την απόφαση να κλείσουν, αλλά λόγω χρεών δεν μπορούν, λένε με τραγική ειρωνεία. Οι ίδιοι λένε ότι το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν τα είδη ρουχισμού, ακόμα και τα παιδικά. «Ερχονται μητέρες με δώρα που έκαναν στα παιδιά τους και τα αλλάζουν σε δώρα για τα βαφτιστήρια τους».
Κατευθυνόμαστε προς Ομόνοια και Εξάρχεια, όπου και εκεί η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. «Πουλώ σε τιμές κόστους, αλλά και πάλι δεν βλέπω φως στο τούνελ», λέει στην «Κ» από τη συμβολή Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους, ο κ. Παναγιώτης Καπράλος που διατηρεί κατάστημα με τσάντες και παπούτσια εδώ και είκοσι χρόνια. «Μετά τις 4 μ.μ. το κέντρο νεκρώνει». Η πτώση του τζίρου του κυμαίνεται από 60% έως 70%. «Παλιά είχα πελάτισσες με καλές δουλειές που ψώνιζαν χωρίς να κοιτούν τιμές - τώρα ακόμα και αυτές χαζεύουν απ’ έξω τις βιτρίνες μαγκωμένες. Και μόνο τα πρωινά, γιατί το βράδυ η περιοχή γίνεται απροσπέλαστη στις γυναίκες». Εξίσου απογοητευτική η κατάσταση στον Πειραιά. Εκτός από τα εκατοντάδες λουκέτα, πολλαπλασιάζονται τα χρέη των καταστηματαρχών στη ΔΕΗ - κάποιοι μάλιστα μέσα στην απελπισία τους παραβιάζουν ρολόγια της ΔΕΗ για να εξασφαλίσουν ρεύμα. Πέραν της κρίσης οι έμποροι του Πειραιά ενοχοποιούν το παρεμπόριο αλλά, όπως λένε, και τη λειτουργία του ΟΚΑΝΑ. «Ζητήσαμε τη συμβολή της αστυνομίας και της δημοτικής αστυνομίας, αλλά δεν μας βοήθησαν», καταλήγει στην «Κ» ο κ. Τάκης Πυλιώτης, πρόεδρος των υποδηματοποιών Πειραιά.
Την πολύ δύσκολη απόφαση να βάλει «φρένο» στον επιχειρηματικό, εισπρακτικό κατήφορο αποφάσισε τον Φεβρουάριο η Βάσια, που διατηρούσε κατάστημα ρούχων στου Ζωγράφου. «Νιώθω ανακουφισμένη», λέει στην «Κ» «το να περιμένω μέρα τη μέρα έναν πελάτη να περάσει το κατώφλι ήταν ψυχοφθόρο. Από το 2009 ξεκίνησε η μείωση του τζίρου μου. Εδώ και ένα χρόνο δεν έφερνα πια χρήματα στο σπίτι». Η ίδια έθεσε ένα χρονικό όριο - να κλείσει τα βιβλία της πριν συσσωρευτούν χρέη. Από τη μέρα που κατέβασε τα ρολά, το πρώην κατάστημά της παραμένει ανοίκιαστο - παρά τη γενναία έκπτωση στο ενοίκιο που υπόσχεται ο ιδιοκτήτης σε κάθε πιθανό «μνηστήρα». Είναι κοινό μυστικό ότι στου Ζωγράφου και τα Ιλίσια τα εμπορικά καταστήματα κλείνουν ομαδικώς «λες και περνάει μπουλντόζα».
Ωστόσο, η Βάσια δεν ενοχοποιεί μόνο την κρίση. «Φταίει και η νοοτροπία μας», συμπληρώνει «πολλοί καταναλωτές είχαν φθάσει στα όρια της μεγαλομανίας». Η ίδια είχε πελάτισσες κυρίως δημοσίους υπαλλήλους. «Παλιά ξέραμε ότι στις 13 και 27 του μήνα που πληρώνονταν, θα περνούσαν από το μαγαζί», θυμάται «σήμερα δεν το διανοούνται καν. Δεν άλλαξαν μόνο τα εισοδήματά τους, αλλά και οι προτεραιότητές τους». Πέρυσι τέτοιες μέρες οι περισσότεροι έπαιρναν το δώρο Πάσχα και κατευθύνονταν στην αγορά, εκμεταλλευόμενοι το εορταστικό ωράριο - αγόραζαν δώρα στα βαφτιστήρια, κάποιο ρούχο για τους ίδιους, γλυκά για το σπίτι. Φέτος, θα επιστρέψουν σπίτι και θα κάνουν «ταμείο».
Της Ιωάννας Φωτιάδη
Πηγή Καθημερινή
17.4.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου