Σάββατο πρωί, πλέουμε σε μια ήρεμη θάλασσα. Ο ήλιος έχει ανατείλει εδώ και μισή ώρα, αλλά οι αδύναμες ακτίνες του δεν έχουν διώξει ακόμα την πρωινή δροσιά. Κουμπώνω ώς τον γιακά τη νιτσεράδα μου, και το ίδιο κάνει και ο Φρόντις, ο καπετάνιος μου. Κρατάω την κούπα με το ζεστό τσάι σφιχτά στις χούφτες μου για να ζεστάνω τα χέρια μου. Ο Φρόντις προτιμάει για πρωινό ένα μήλο. Παίρνει το σουγιά και το κόβει στα δύο. Πιάνει το ένα ημισφαίριο και μου το δείχνει:
«Ο κόσμος που γνωρίζουμε, ο κόσμος στον οποίο ζούμε, είναι απλώς μια λεπτή φλούδα, σαν τη φλούδα του μήλου. Εμείς τώρα πλέουμε πάνω στη φλούδα της Γης, τον λεγόμενο φλοιό, που έχει πάχος περίπου 30 χιλιόμετρα κάτω από τις ηπείρους και 10 χιλιόμετρα κάτω από τους ωκεανούς. Για να καταλάβεις πόσο «επιφανειακός» είναι ο κόσμος μας, σκέψου ότι η διάμετρος της Γης είναι 12.756 χιλιόμετρα! Μπορείς να φανταστείς πώς είναι η κατάσταση μερικά χιλιόμετρα κάτω από τον φλοιό της Γης;» με ρωτάει δείχνοντάς μου τον πυρήνα του κομμένου μήλου. «Φαντάζομαι πως είναι μια πύρινη κόλαση. Δεν θα θέλαμε καθόλου να ήμασταν εκεί...», του απαντάω. «Οχι βέβαια! Αλλά μπορούμε να αγγίξουμε, να περπατήσουμε και να ξαπλώσουμε επάνω σε έναν «δραπέτη» αυτής της πύρινης terra incognita».
Στο βάθος του ορίζοντα ξεχώρισε μια ασημένια λάμψη μέσα στο μπλε του πελάγους. Στην αρχή νόμισα ότι ήταν αντικατοπτρισμός, ή ίσως μια χαμηλή νέφωση που ανακλούσε το πρωινό φως. Ομως, σύντομα φάνηκε ότι ήταν ένα νησί.
«Ποιο νησί είναι αυτό, καπετάνιε», ρώτησα τον Φρόντι.
«Είναι η Κίμωλος. Παλιά την έλεγαν Αρζαντιέρα, επειδή αστράφτει σαν ασημένιο καράβι μέσα στο πέλαγος. Είναι ένα ηφαιστειογενές νησί, μια πολύχρωμη «σταγόνα» που ξέφυγε από τον πυρήνα της Γης, ανέβηκε στον φλοιό και στερεοποιήθηκε, όπως τη βλέπεις τώρα».
Δέσαμε το σκάφος στο μώλο του λιμανιού, την Ψάθη. Τα νερά είναι τόσο κρυστάλλινα που δεν αντέξαμε, δώσαμε και οι δύο μια βουτιά από το σκάφος και απολαύσαμε το πρώτο μας μπάνιο εδώ. Βγήκαμε στην παραλία του λιμανιού, και ξαπλώσαμε για να στεγνώσουμε στον ήλιο. «Εκτός από αυτήν, υπάρχουν καμιά σαρανταριά άλλες παραλίες, μικρές και μεγάλες, σε κάθε γωνιά του νησιού. Ηταν εύκολο για τα κύματα να μετατρέψουν σε άμμο και βότσαλα τα μαλακά και πολύχρωμα ηφαιστειακά πετρώματα. Για σκέψου το: αυτό το μαλακό στρώμα από ψιλή άμμο και βότσαλο, πάνω στο οποίο τώρα χαλαρώνουμε, κάποτε ήταν πύρινη λάβα που έβραζε στο κέντρο της Γης...».
Στην πλάτη της παραλίας του λιμανιού, πάνω στην άμμο, έχουν τα τραπέζια τους δύο πολύ συμπαθητικές ταβέρνες. Στην «Εχινούσα», η Δομνίκη Βεντούρη σερβίρει μια εξαιρετική αστακομακαρονάδα, ριζότο, φρέσκα ψάρια και νόστιμα κρεατικά, έχει όμως και πολλούς μεζέδες του ούζου και παγωμένες μπίρες με τα συνοδευτικά τους. Πιο δίπλα είναι το «Κύμα» του Απόστολου και του Γιάννη Βεντούρη, που είναι ονομαστό για τα φρέσκα ψάρια του και τις άλλες ψαροσυνταγές του, όπως η σκορπίνα γιουβέτσι, οι χταποδοκεφτέδες και η σουπιά σαγανάκι.
Δυτικά από την Ψάθη βρίσκονται τρεις από τις πιο δημοφιλείς παραλίες του νησιού. Πρώτη είναι η Αλυκή με το ψιλό βότσαλο. Εδώ βρίσκονται τα ενοικιαζόμενα δωμάτια του Θέμη και της Μπέμπας Σάρδη (τηλ. 22870-51.458) και η οικογενειακή τους ταβέρνα όπου τα λαχανικά είναι όλα από το περιβόλι τους και τα ψάρια είναι από το καΐκι του Θέμη. Μετά είναι η αμμουδερή Μπονάτσα, όπου έχουν τα ενοικιαζόμενα δωμάτιά τους ο Γιακουμής και η Αγγελική (τηλ. 22870-51.429) και το καταπλητικό τους εστιατόριο, όπου τα κρεατικά έχουν την τιμητική τους. Το «αστέρι» της κουζίνας τους είναι ο κόκορας κοκκινιστός, δικής τους εκτροφής. Πιο πέρα είναι το Καλαμίτσι με την ωραία σκιά από αρμυρίκια. Πίσω από τα αρμυρίκια βρίσκεται η θαυμάσια ταβέρνα του κυρίου Δημήτρη, που είναι ψαράς και ψήνει ή τηγανίζει τα ψάρια που πιάνει στα δίχτυα του. Προσφέρει και υπέροχα μαγειρευτά που ετοιμάζει καθημερινά η γυναίκα του, η κυρία Ιωάννα, με λαχανικά από το περιβόλι τους, και έχουν και αυτοί ωραία ενοικιαζόμενα δωμάτια (τηλ. 6972-226.789).
Μείναμε τρεις ημέρες στην πανέμορφη Κίμωλο. Περπατήσαμε στα μονοπάτια που διατρέχουν όλο το νησί, ανακαλύψαμε μαγευτικές ερημικές παραλίες όπως το Σούφι, τα Μοναστήρια και ο Αγιος Γεώργιος, βολτάραμε στο Χωριό με τα υπέροχα παλιά σπίτια και το κάστρο του 13ου αιώνα. Το τελευταίο απόγευμα, καθίσαμε στο καφενείο «Μποχώρια» στο Χωριό, ένα μαγαζί που λειτουργεί σχεδόν έναν αιώνα χωρίς να έχουν αλλάξει πολλά στην ατμόσφαιρά του. Δίπλα μου ο Φρόντις διάβαζε το βιβλίο του, το «Ταξίδι στο κέντρο της Γης», του Ιούλιου Βερν. «Δεν ξέρω τι γίνεται εκεί κάτω, αλλά εδώ πάνω, στη φλούδα, είναι πολύ ωραία τα πράγματα!» του είπα, απολαμβάνοντας την παγωμένη μπίρα μου.
Του Στέφανου Ψημένου
Πηγή Καθημερινή
6.8.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου