Διεκδικούν 138 εκατ. και κατηγορούν τις εποπτικές αρχές ότι γνώριζαν το έλλειμμα
Στις αίθουσες των δικαστηρίων μεταφέρεται η σύγκρουση μεταξύ των ασφαλισμένων της Ασπίς Πρόνοια και της πολιτείας με την κατάθεση αγωγής κατά του Δημοσίου από 1.500 κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων που διεκδικούν 138 εκατ. ευρώ. Η ευθύνη της πολιτείας σύμφωνα με το περιεχόμενο της αγωγής, που έχει συνταχθεί από το δικηγορικό γραφείο Μ. Μαρκουλάκου, στοιχειοθετείται από τα οικονομικά στοιχεία της περιόδου 2000 - 2007, που αποκαλύπτει ότι το έλλειμμα που εμφανίζει η εταιρεία ήταν σε γνώση των εποπτικών αρχών και δη της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου Εμπορίου που ασκούσε την εποπτεία την περίοδο εκείνη.
Η πρώτη επίσημη πρόταση για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της Ασπίς Πρόνοια φέρεται να έχει υποβληθεί από την αρμόδια διεύθυνση το 2004. Η σχετική επιστολή, σύμφωνα με την έρευνα της εκπομπής «Νέοι Φάκελοι» στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, φέρει την υπογραφή της διευθύντριας κ. Αννας Μεταξά και απευθύνθηκε προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης. Ο τότε υφυπουργός κ. Γιάννης Παπαθανασίου δηλώνει ότι «έμαθε εκ των υστέρων για τη συγκεκριμένη επιστολή που είχε κατατεθεί στον προκάτοχό του, χωρίς να δοθεί συνέχεια». Το διαχρονικό έλλειμμα στα αποθεματικά της εταιρείας επιβεβαιώνει ο πρώην αναλογιστής της Ασπίς Πρόνοια κ. Θόδωρος Αναγνωστόπουλος, στη μαρτυρία του οποίου βασίστηκε και η προφυλάκιση του πρώην μετόχου της κ. Παύλου Ψωμιάδη, ο οποίος παραμένει προφυλακισμένος στις φυλακές του Κορυδαλλού, απ’ όπου υπεραμύνεται ακόμη και σήμερα των πρακτικών που ακολούθησε.
Η ευθύνη της πολιτείας χρονολογείται με την έκδοση των ασφαλιστηρίων συμβολαίων Aspis Bond τα οποία αποτελούσαν επενδυτικά προϊόντα συνδεδεμένα με την πορεία του Χρηματιστηρίου. Τα συγκεκριμένα προϊόντα, εκτός από υψηλές αποδόσεις, εγγυώνταν τη διασφάλιση του κεφαλαίου, χωρίς ωστόσο να τηρούν τις αρχές της ασφαλιστικής νομοθεσίας για τη δημιουργία των αναγκαίων μαθηματικών αποθεμάτων. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του πρώην αναλογιστή του ομίλου, ήδη από το 2000 το Aspis Bond οδήγησε σε ζημιά 24 δισ. δρχ., η οποία καλύφθηκε μέσα από μια «συμβιβαστική λύση μεταξύ του υπουργείου και του Παύλου Ψωμιάδη, ώστε ένα μέρος των χρημάτων αυτών να περνάνε στα αποθέματα και ένα άλλο να επενδύεται σε τίτλους μη εισηγμένων εταιρειών, κάτι που απαγορευόταν». Σύμφωνα με τη σχετική μαρτυρία «το 2000 εμφανίστηκε μια διαφορά αποθέματος 6,8 δισ. δρχ. περίπου, την οποία η εταιρεία κάλυψε τότε με 4,8 δισ. δρχ. της Aspis Bank και 2 δισ. δρχ. μετοχές της Commercial Value. Η κίνηση συνδυάστηκε με τη διακοπή υπολογισμού του χρηματοοικονομικού κινδύνου για τα συγκεκριμένα συμβόλαια, προκειμένου να μην εγγράφεται ο ασφαλιστικός κίνδυνος».
Το πρόβλημα διογκώθηκε περαιτέρω το 2003, όταν η λήξη της τριετίας για τα συμβόλαια Aspis Bond οδήγησε μεγάλη μερίδα ασφαλισμένων στη ρευστοποίηση συμβολαίων υποχρεώνοντας την εταιρεία στην καταβολή αποζημιώσεων 25 εκατ. ευρώ και 30 εκατ. ευρώ δύο διαδοχικές χρονιές. Ο μέτοχος της εταιρείας επιλέγει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα ρευστότητας που δημιουργείται στην εταιρεία με την έκδοση ενός νέου προϊόντος του Aspis Bond Plus, το οποίο ουσιαστικά έρχεται να υποκαταστήσει τα παλιά συμβόλαια υποσχόμενο εγγυημένες αποδόσεις σε βάθος δεκαετίας. Για την κάλυψη των υποχρεώσεων που δημιουργούσαν τα συγκεκριμένα συμβόλαια ο μέτοχος της εταιρείας χρησιμοποίησε ομόλογο ύψους 30 εκατ. ευρώ, το οποίο είχε εκδώσει η εταιρεία προσωπικών συμφερόντων που ο ίδιος είχε συστήσει, η Ασπίς Ομιλος Εταιρειών, η οποία παρότι δεν ήταν εισηγμένη προχώρησε σε έναν υπέρογκο δανεισμό, το προϊόν του οποίου χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη των αποθεμάτων της Ασπίς Πρόνοια.
Σύμφωνα με τον έλεγχο που έκανε γνωστή ελεγκτική εταιρεία, στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας για λογαριασμό του δικηγορικού γραφείου που έχει αναλάβει την κατάθεση της αγωγής, το έλλειμμα της εταιρείας ξεπερνά το 2004 τα 280 εκατ. ευρώ από τα οποία τα 170 προέρχονται από τα επενδυτικά συμβόλαια τύπου bond. Η τύχη του ελλείμματος έκτοτε αγνοείται, αφού η αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Ανάπτυξης δεν προχωρεί σε ουσιαστικούς ελέγχους στις εταιρείες ζωής αλλά ούτε και στην έκδοση πιστοποιητικών.
Το θέμα επανέρχεται στην επιφάνεια με την καταγγελία που κάνει το 2007 ο πρώην αναλογιστής της εταιρείας κ. Θόδωρος Αναγνωστόπουλος προς το υπουργείο Ανάπτυξης, ο οποίος αποκάλυψε ότι ο Παύλος Ψωμιάδης τού ζήτησε να υποτιμήσει τα αποθέματα της εταιρείας κατά 44 εκατ. ευρώ. Η άρνησή του οδηγεί στη δημοσιοποίηση του θέματος και στον έλεγχο της υπόθεσης με πρωτοβουλία του υπουργείου Ανάπτυξης που είναι ο αποδέκτης της καταγγελίας, χωρίς ωστόσο ο σχετικός έλεγχος να καταλήξει κάπου.
Το 2009 πλέον και αφού έχει προηγηθεί η μεταφορά της εποπτείας στη Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, το έλλειμμα έχει εκτιναχθεί στα 650 εκατ. ευρώ και ο όμιλος της Ασπίς Πρόνοια, που επιδιώκει να αποτελέσει τη δεύτερη μεγαλύτερη ασφαλιστική εταιρεία στην ελληνική αγορά, εξελίσσεται σε εργαλείο για τη μεταφορά κεφαλαίων μεταξύ των 47 εταιρειών που είχε συστήσει ο Παύλος Ψωμιάδης και για τη μεταφορά των χρημάτων που εισέπραττε από τους ασφαλισμένους και τους ομολογιούχους από την Αθήνα, την Κύπρο, τη Ρουμανία, τη Σουηδία και την Ελβετία. Με την παρέμβαση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης σε πρώτη φάση στην Commercial Value αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι των ενδοομιλικών σχέσεων και των εταιρειών που συνθέτουν τον όμιλο της Ασπίς που οδηγείται στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας του το 2009, μετά την κατάθεση της πλαστής εγγυητικής επιστολής ύψους 550 εκατ. ευρώ προκειμένου να καλύψει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας που του είχε ζητηθεί.
Της Ευγενίας Τζωρτζη
Πηγή Καθημερινή
8.2.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου