Το ελληνικό κράτος αντιμετωπίζει συνήθως ως... διαφορετικό το χρήμα που αφορά το Δημόσιο από εκείνο που κινεί τις συναλλαγές. Η αντίληψη ότι το κράτος υπηρετεί πάντοτε το γενικό συμφέρον έχει εμπεδώσει μια άποψη «προνομίας» των δημοσίων εσόδων, ανεξάρτητα από το πού επενδύονται- ή διασπαθίζονται.
Το Δημόσιο είχε, για παράδειγμα, συνηθίσει να πληρώνει ελάχιστο τόκο υπερημερίας για τις δικές του υποχρεώσεις, αλλά να αξιώνει υψηλές προσαυξήσεις στην καθυστέρηση φόρων από τους πολίτες. Προχώρησε σε νομοθετικό περιορισμό των απαιτήσεων των τραπεζών από ανατοκισμό, όχι όμως σε ανάλογο των δημόσιων τελών εκπρόθεσμης καταβολής. Καθυστερεί την επιστροφή φόρου, αξιώνει όμως προκαταβολή για το επόμενο έτος. Και είχε ανέκαθεν ιδιαίτερη ευκολία να επιβάλλει στους φορολογουμένους δαπανηρές υποχρεώσεις, όπως η ανάγκη λογιστικής υποστήριξης ή η προμήθεια ταμειακών μηχανών (και στους δικηγόρους, εγράφη, σκέπτεται να τις επεκτείνει το υπουργείο Οικονομικών, λες και κάνουν λιανική), σπανιότατα όμως εξέταζε μήπως το κόστος του ελεγκτικού μηχανισμούτο επίσημο, χωρίς τις μίζες - ανάλωνε μεγάλο μέρος των εσόδων.
Η διαφορά στην αντιμετώπιση επιβιώνει. Αναστέλλονται οι πλειστηριασμοί από τράπεζες, για τους οφειλέτες προς το Δημόσιο απειλείται όμως ένταση αναγκαστικών εκποιήσεων και περιστολή των ρυθμίσεων σε δόσεις. Θεσπίζεται ειδική νομοθεσία για διακανονισμό και μερική απόσβεση των χρεών προς τα πιστωτικά ιδρύματα, όχι όμως ανάλογη προς το Δημόσιο: αντιθέτως, για να ενταχθεί κανείς στην πρώτη, πρέπει να διαθέτει φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα- να πληρώσει δηλαδή το Δημόσιο για να μπορέσει να «φεσώσει» τις τράπεζες. Προβλέπεται, αναλόγως, χαλάρωση του Τειρεσία, ώστε να διαγράφονται ορισμένες κατηγορίες οφειλετών, αλλά μελετάται η δημοσίευση των ονομάτων όσων χρωστούν στο Δημόσιο και ένταση ποινικών διώξεων εις βάρος τους.
Δεν αμφισβητεί κανείς τη σημασία της κρατικής λειτουργίας. Το χρήμα όμως δεν παύει να είναι ίδιο για τον άνθρωπο, σε όποιον και αν το χρωστάει, απ΄ όποιον και αν το αξιώνει. Ο επιχειρηματίας που έχει υποχρεώσεις για μισθούς, αποθέματα, τράπεζες, ΙΚΑ και ΦΠΑ, με... όμοια λεφτά καλείται να τις καλύψει, η δε επιβίωσή του προϋποθέτει την εξυπηρέτηση όλων- δεν θα πετύχει τίποτε αν πληρώσει τους φόρους αλλά ξεμείνει από πρώτη ύλη. Με άλλα λόγια, τα φορολογικά βάρη αφαιρούν εισόδημα ακριβώς όπως οι υπόλοιπες υποχρεώσεις- και με ανάλογες οικονομικές επιπτώσεις. Η δε υστέρηση στα έσοδα δεν είναι διαφορετικός βραχνάς για το Δημόσιο απ΄ ό,τι για τους ιδιώτες.
Η κατάσταση της χώρας επιτάσσει βέβαια αύξηση των εσόδων. Η κυβέρνηση όμως πρέπει να θυμάται ότι δεν παύει να στραγγίζει την αγορά- και άρα οφείλει να αποφεύγει τις περιττές επιβαρύνσεις και να επιδιώκει την προσέλκυση και τον επαναπατρισμό κεφαλαίων, όχι τη διαφυγή τους. Η οικονομική ανόρθωση είναι άσκηση ρεαλισμού και αποτελεσμάτων, όχι διακηρύξεων περί δικαίου.
Διαφορετικά κινδυνεύουμε να ψοφήσει ο γάιδαρος πάνω που θα έχει μάθει να μην τρώει σανό...
Του Δημήτρη Καστριώτη
Του Δημήτρη Καστριώτη
Πηγή Το Βήμα
6.2.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου