Θα διαβάσατε ίσως ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, ύστερα από αίτημα του υπουργείου Οικονομικών, εξετάζει αν είναι δυνατή η κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης της βουλευτικής αποζημίωσης. Φαίνεται πως σκοντάφτει στο Ζ’ Ψήφισμα.
Γιατί, άραγε, όταν οι νόμοι αλλάζουν σαν τα πουκάμισα το περίφημο Ζ’ Ψήφισμα που αφορά τον τρόπο υπολογισμού της βουλευτικής αποζημίωσης παραμένει στη βασική του φιλοσοφία αναλλοίωτο εδώ και 36 χρόνια;
Γιατί, άραγε, όταν οι νόμοι αλλάζουν σαν τα πουκάμισα το περίφημο Ζ’ Ψήφισμα που αφορά τον τρόπο υπολογισμού της βουλευτικής αποζημίωσης παραμένει στη βασική του φιλοσοφία αναλλοίωτο εδώ και 36 χρόνια;
«Γιατί βολεύει τους πάντες, δικαστές και βουλευτές», μας απάντησε πρώην υπουργός, που γνωρίζει άριστα τα κοινοβουλευτικά δρώμενα.
Το παρελθόν, στο οποίο ανατρέξαμε, τον δικαιώνει. Το Ζ’ Ψήφισμα της Ε’ Αναθεωρητικής Βουλής του 1974, που αποτελεί επί της ουσίας αντιγραφή απόφασης της Βουλής του ‘64, ορίζει ότι η βουλευτική αποζημίωση είναι ίση με τις αποδοχές του προέδρου του Αρείου Πάγου. Με κάποια ερμηνεία που στηρίζεται στη συνταγματική διάταξη που ορίζει ότι «οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους» (άρθρο 88), αποτελεί δεδικασμένο ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου να απολαμβάνει των υψηλότερων αποδοχών. Αρα και ο βουλευτής.
Από τότε οι δικαστές εντοπίζουν την εκάστοτε... ανομία - βρίσκουν δηλαδή ποιος από τους κρατικούς λειτουργούς αμείβεται με περισσότερα από εκείνους χρήματα -και αποφαίνονται δικαστικά πως δικαιούνται τη διαφορά που τους αναλογεί, την οποία προσπορίζονται. Το ίδιο ακριβώς ποσό δικαιούνται αυτονόητα και οι βουλευτές, αλλά, -όπως θα εξηγήσουμε- δεν το παίρνουν πάντα.
Τελευταία χρήση αυτού του δικαιώματος έκαναν οι δικαστές το 2007, επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή, απαιτώντας να εξισωθούν αναλογικά οι αμοιβές τους με τις αποδοχές του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών που ανέρχονταν στις 10.271 ευρώ. (Από περίπου 5.500 ευρώ που ήταν οι αποδοχές του προέδρου του Αρείου Πάγου).
Τότε όλοι αποδοκιμάζαμε τους δικαστές. Δεν έφταιγαν όμως αυτοί, αλλά εκείνοι που νομοθετούν και η τότε κυβέρνηση που, ενώ γνώριζε ότι και στο παρελθόν είχε συμβεί το ίδιο (επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και με βάση τις συνολικές αμοιβές -μισθό και εφημερίες- ελαχίστων γιατρών του ΕΣΥ), επέτρεψε να καταβληθεί στον πρόεδρο της ΕΕΤΤ το διπλάσιο σχεδόν ποσό από εκείνο που ελάμβανε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Και φυσικά όλες οι συνθέσεις της Βουλής που ενώ προέβησαν σε αλλαγές του εν λόγω Ψηφίσματος δεν κατήργησαν τη... χρηματοβόρα σύνδεση βουλευτικών και δικαστικών αποδοχών.
Μετά την έντονη αντίδραση της κοινής γνώμης, οι αρχηγοί όλων των κομμάτων αποφάσισαν τότε ότι οι βουλευτές παραιτούνται αυτού του δικαιώματος. Το ίδιο είχαν και στην προγενέστερη εξίσωση που είχαν πετύχει οι δικαστές. Κι έτσι, σήμερα οι βουλευτές είναι ζημιωμένοι σε σχέση με τους δικαστές κατά ένα ποσό που υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ένας πρώην βουλευτής χάνει το δικαίωμα να προσφύγει δικαστικά και να ζητήσει -αναδρομικά- όλα όσα δικαιούται με βάση το Ζ΄ Ψήφισμα (μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ). Κάποιοι, μάλιστα που προσέφυγαν έχουν ήδη δικαιωθεί.
Το Ζ΄ Ψήφισμα προέβλεπε αρχικά αυτοτελή φορολόγηση όλης της βουλευτικής αποζημίωσης, η οποία με μεταγενέστερη απόφαση της Βουλής περιορίστηκε στο 50%. Στο ερώτημα γιατί η Βουλή δεν αλλάζει ριζικά το Ζ΄ Ψήφισμα, προκειμένου να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος, οι απαντήσεις που λάβαμε από βουλευτές που κατείχαν και κατέχουν υψηλά αξιώματα και γνωρίζουν άριστα το Σύνταγμα και τον Κανονισμό διίστανται: άλλοι επιμένουν πως απαιτείται συνταγματική τροποποίηση κι άλλοι ότι αρκεί μια ειδική διάταξη.
Κάτι μας λέει ότι το θέμα θα διαιωνίζεται ως έχει... Γ. Μπαλ.
Πηγή Εθνος της Κυριακής
7.2.2010
2 σχόλια:
Σα δε ντρεπονται λεω εγω...
Οι αλητηριοι.
Κι εγώ έπαθα σοκ όταν το διάβασα Αντώνη....
Δημοσίευση σχολίου