Το «Ανθολόγιο Ελληνικής Τυπογραφίας» επαναφέρει μια παλαιά τέχνη στο επίκεντρο των τεχνολογικών εξελίξεων .
«Η τυπογραφία είναι η μαμή της Αναγέννησης. Το όχημα που τη μετέφερε σε ολόκληρη την Ευρώπη». Δεδομένου ότι το όχημα του σημερινού πολιτισμού είναι η ψηφιακή τεχνολογία, τα λόγια του επιμελητή του «Ανθολoγίου Ελληνικής Τυπογραφίας» (εκδ. ΠΕΚ), Γιώργου Ματθιόπουλου, μοιάζουν να απευθύνονται σε μια φούχτα ιστοριοδιφών.
Κατεβαίνοντας τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο υπόγειο της πολυκατοικίας της Σπ. Μερκούρη, όπου στεγάζεται η «Εταιρεία Τυπογραφικών Στοιχείων», για να τον συναντήσω αναλογιζόμουν ότι όλα σχεδόν τα τυπογραφεία και κατά προέκταση η ίδια η τυπογραφία κρύβονται σήμερα σε κάποιο ανήλιαγο υπόγειο. Πολύ γρήγορα συνειδητοποίησα ότι το «Ανθολόγιο» περιέχει, αν όχι τις λύσεις, τουλάχιστον τα «κλειδιά» για την επίλυση προβλημάτων που προέκυψαν μετά τη δεύτερη μεγάλη επανάσταση από την εποχή του Γουτεμβέργιου: το ηλεκτρονικό βιβλίο ή e-book.
Τέσσερις ενότητες
Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες, που θα μπορούσαν να υπάρξουν αυτοτελώς ως διαφορετικά βιβλία. Η πρώτη είναι ένα μικρό ιστορικό της ελληνικής τυπογραφίας μέχρι τη δεκαετία του ’70. Η δεύτερη –το μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου– είναι το καθαυτό ανθολόγιο, με τυπογραφικά δείγματα ελληνικών εκδόσεων και βιβλίων από το 1480 μέχρι το 1960. Η τρίτη είναι μια μικρή εγκυκλοπαίδεια των σημαντικότερων τυπογράφων ελληνικών βιβλίων της ίδιας περιόδου. Η ενότητα ανθολογεί επίσης τα μεγάλα τυπογραφεία και τους εκδοτικούς οίκους που εμφανίστηκαν μέχρι τη δεκαετία του ’50. Η τέταρτη είναι ένα τεχνικό εγχειρίδιο των διαφορετικών μεθόδων, υλικών και στοιχείων τυπογραφίας.
Σε αντίθεση με την υπάρχουσα περιορισμένη βιβλιογραφία, το «Ανθολόγιο» απευθύνεται κυρίως στους σπουδαστές γραφιστικής και εφαρμοσμένων τεχνών που στρέφονται στην γραμματογραφία και στην τυπογραφία. Η προσπάθεια ανοίγματος σε ένα ευρύτερο, νεαρό κυρίως, κοινό αποτελεί συγχρόνως μια προσπάθεια αντιστροφής μιας διαδεδομένης επιζήμιας νοοτροπίας. «Εχει περάσει αυτή η κουλτούρα στην Ελλάδα ότι τα πάντα μου τα δίνει έτοιμα ο υπολογιστής. Νομίζουν ότι είναι το μαγικό κουμπί. Ο καθένας τώρα πια μπορεί να μάθει το InDesign στα γρήγορα και σου λέει, έγινα γραφίστας, σχεδιάζω βιβλίο», λέει μελαγχολικά ο Ματθιόπουλος. Κάθεται σε μια περιστροφική καρέκλα, ενώ την οθόνη του υπολογιστή στο πλάι του γεμίζει ένα πελώριο καλλιγραφικό «Και». Στα μάτια μου φαντάζει ερωτηματικό, σχεδόν καγχαστικό, ένα «και;» που εκείνος παλεύει να αντιμετωπίσει.
Νέα πρόταση
Το βιβλίο, όπως λέει, πέρα από αμιγώς ιστορικό εγχειρίδιο είναι ένα μουσείο, ένας θησαυρός αισθητικών προτύπων. «Ενα μέτρο να κρατηθείς, να ελέγξεις, να κρίνεις. Ενα μέτρο αναφοράς που θα βοηθήσει τη νέα γενιά, όσους ασχοληθούν με την γραφιστική και το βιβλίο, να βγάλουν κάτι καινούργιο. Μια δική τους αισθητική πρόταση. Διαφορετικά, απλώς θα αντιγράφουμε. Ο,τι κάνουμε τα τελευταία είκοσι χρόνια». Οπως σε πλείστες άλλες περιπτώσεις η τεχνολογία είναι «δίκοπο μαχαίρι». Κι αυτό διότι, ενώ είναι ένα απλό και συνάμα καταπληκτικό εργαλείο (όπερ σημαίνει ότι η χρήση του προϋποθέτει εξειδικευμένη γνώση και κατασταλαγμένη άποψη για το παραγόμενο αντικείμενο) αντιμετωπίζεται ως υποκατάστατο του δημιουργού. Η ευκολία που παρέχει ο υπολογιστής, δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι δεν απαιτείται καμία πνευματική υποδομή ή αισθητική σκευή για τον χειρισμό του.
«Το Ανθολόγιο έρχεται να υπενθυμίσει ότι υπάρχουν θεμέλια που δεν πρέπει να γκρεμίζουμε πριν τα γνωρίσουμε». Να μεταδώσει στους νεότερους κάτι από την αισθητική μέριμνα για το βιβλίο, των τυπογράφων και των εκδοτών που «έβγαιναν από το μελάνι».
Γραμματικές
Η συζήτηση ξεφεύγει για λίγο προς την ιστορία, όπου μαθαίνω ότι η ελληνική τυπώθηκε δεύτερη μετά τη λατινική και ότι τα πρώτα τυπωμένα ελληνικά βιβλία ήταν γραμματικές: Κύριο μέλημα των λογίων της εποχής ήταν να μάθουν τη γλώσσα του πολιτισμού που πάσχιζαν να αναγεννήσουν. Η κουβέντα επιστρέφει στο e-book. «Δεν νομίζω ότι το ηλεκτρονικό θα προκαλέσει τον θάνατο του έντυπου βιβλίου. Ισως το ευνοήσει κιόλας. Θα κυκλοφορεί σε μικρότερο κύκλο βιβλιόφιλων με μεγαλύτερες απαιτήσεις για την αισθητική και τον σχεδιασμό του».
Ο μεγαλύτερος εχθρός των τυπογράφων είναι απ’ ό,τι φαίνεται το πρόχειρα φτιαγμένο, φτηνό ή δωρεάν βιβλίο. Το βιβλίο χωρίς αισθητική, σωστή σελιδοποίηση, μέριμνα για τα περιθώρια, τους τίτλους, την αισθητική αρμονία του εκάστοτε τύπου κειμένου (δοκίμιο, επιστολή, ποίημα) με τη γραμματοσειρά. «Δεν μπορείς να βάλεις ισοπαχή γραμματοσειρά σε κείμενο του Καποδίστρια ή του Ρήγα...». Εντονη είναι η απέχθειά τους για το «χύμα» κείμενο που καλύπτει σαν σεντόνι τη σελίδα. Το μη επεξεργασμένο κείμενο που προς το παρόν προσφέρει το e-book. Κι αυτό γιατί το «χύμα κείμενο είναι σαν το αντίστοιχο κρασί. Το πολύ σε χτυπάει στο κεφάλι. «Μετά από λίγο κουράζει το μάτι. Δεν μπορεί στο e-book ή στα μπλογκ να βλέπεις ένα «χύμα» κείμενο που δεν αντέχεις να διαβάσεις πάνω από δύο-τρεις παραγράφους. Κάποια στιγμή θα υπάρξει απαίτηση –και πολύ σύντομα νομίζω– για καλύτερη σελιδοποίηση. Θα γίνει αισθητή η ανάγκη του ειδικευμένου γραφίστα, σχεδιαστή βιβλίου που θα προσαρμόσει στην οθονούλα την τόση το κείμενο, θα οργανώσει τον χώρο ώστε να βοηθάει την ανάγνωση».
Με άλλα λόγια, το «Ανθολόγιο Ελληνικής Τυπογραφίας» δεν διασώζει απλώς ένα τυπογραφικό ή αισθητικό ήθος, αλλά επαναφέρει μια παρωχημένη για πολλούς τέχνη, στο επίκεντρο των τεχνολογικών εξελίξεων. Μας θυμίζει ότι κάθε «επανάσταση» οφείλει πολλά στις προηγούμενες. Κι ότι όσο θα βασίζουμε τη δημιουργία μόνο στο παρόν, στο μηδέν ή στον εαυτό μας, η ποιότητα της ζωής μας συνεχώς θα πέφτει από την κακή στην χειρότερη στείρα (απο)μίμηση.
Του Σπυρου Γιανναρα
Πηγή Καθημερινή
21.2.201
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου