Η γεωργία είναι επιχείρηση. Οποιος καλλιεργεί χωρίς να έχει στόχο το χρηματικό κέρδος, δεν κάνει τίποτε διαφορετικό από εκείνον που καλλιεργεί τον κήπο του. Η μείωση του κόστους και όχι η αύξηση της επιδότησης είναι ο δρόμος για να μπορέσει ο παραγωγός να μεγαλώσει το περιθώριο κέρδους του. Η ελληνική παραγωγή είτε θα πάει σε νέα προϊόντα είτε θα επιτύχει την παραγωγή των ίδιων προϊόντων αλλά με διαφορετικό τρόπο, πιο οικονομικό.
Οσοι είχαν κάποια βουκολική εικόνα για όσα συμβαίνουν στην ελληνική επαρχία, προφανώς πρέπει να τη θάψουν. Αρκεί να ρωτήσετε τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών. Η άποψή τους είναι ότι ο μέσος Ελληνας αγρότης δεν διαφέρει σε πολλά από τον μέσο μικρό απατεώνα.
Ομως, είναι εξίσου ακριβές ότι ο Ελληνας γεωργός είναι σε δύσκολη θέση. Αν μπορούσαμε να μετρήσουμε σωστά και χωρίς απάτες τους γεωργούς, δεν θα βρίσκαμε περισσότερους από ένα 3-4% του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι είναι επιδοτούμενοι γέροντες του ΟΓΑ, κληρονόμοι μικρού και μεσαίου κλήρου και, πολλοί-πάρα-πολλοί αστοί, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, που απλώς δηλώνουν στη φορολογική δήλωσή τους τα χωράφια του παππού. Βέβαια, η ρημαγμένη από τις συγκρούσεις ελληνική γεωργία έκανε θαύματα στη μεταπολεμική Ελλάδα. Οπως και να το κάνουμε όμως, η ελληνική ποικιλία δεν έχει, παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις, κρατήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Ρωτήστε στα χωράφια της Σητείας πώς ήρθαν οι Ολλανδοί και έφτιαξαν τα υβρίδια χάρη στα οποία γεμίζουν τα κρητικά φορτηγά φρέσκα οπωροκηπευτικά για την πανάκριβη αγορά της Αθήνας.
Αν το 2009 αυξήθηκε (μόλις κατά 1%) το αγροτικό εισόδημα, είναι μάλλον επειδή ο προϋπολογισμός πλήρωσε κάτι λιγότερο από δισεκατομμύριο, με χρήματα των φορολογουμένων. Από αυτά που έστειλαν το έλλειμμα στις 13 μονάδες του ΑΕΠ. Κι έτσι ακόμη, όμως, ο δείκτης πραγματικής παραγωγής ανά απασχολούμενο παρέμεινε το 2009 χαμηλότερος από το 2005. Το έτος αυτό, για το οποίο διαθέτω αξιόπιστα στοιχεία, η συμβολή του αγροτικού τομέα στο εγχώριο προϊόν ήταν στο 4,7%, όταν στην Ευρώπη των 25 είναι μόλις 1,3%. Ομως, στην κατά δήλωση απασχόληση, το 12,4% των απασχολουμένων δηλώνει «αγρότης». Το ευρωπαϊκό ποσοστό, πολύ πιο ειλικρινές, είναι μόλις 5%. Μήπως, αν μετρούσαμε σωστά και όχι πολιτικο-πονηρά τους πραγματικούς αγρότες, κάπου εκεί κοντά βρίσκεται και το δικό μας ποσοστό;
Το θέμα της ακρίβειας των μετρήσεων είναι πολύ πιθανόν εκείνο που προκαλεί τη βαθύτερη και πραγματική αναταραχή, πέραν όσων λοιπών στοιχείων «ντύνουν» τον δημόσιο λόγο όσων κινητοποιούνται περί το αγροτικό. Με ειδική ανακοίνωσή της, η αρμόδια επίτροπος Μάριαν Φίσερ Μπόελ είχε ζητήσει από την ελληνική κυβέρνηση να έχει τελειώσει μέχρι τον Φεβρουάριο τη δουλειά με την ψηφιακή ταυτοποίηση όσων δικαιούνται ευρωπαϊκές αποζημιώσεις. Είχε, μάλιστα, επισημανθεί πως όσα τεμάχια καλλιεργειών δεν θα είχαν ενταχθεί στο σύστημα θα έχαναν το δικαίωμα να πληρωθούν για το έτος 2009. Τέλος, με την ίδια ανακοίνωση η ευρωπαϊκή αρχή είχε ξεκαθαρίσει ότι οι πληρωμές θα γίνουν όταν θα έχει τελειώσει και η επαλήθευση-διασταύρωση των σχετικών καταστάσεων. Αν καλά έχω καταλάβει, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έχει γίνει. Με τη χώρα να αντιμετωπίζει απανωτά δημοσιεύματα με καλά εμπεδωμένες πληροφορίες σχετικά με απάτες στις αγροτικές επιδοτήσεις, την ανικανότητα των υπηρεσιών της και τα παιχνίδια με τις «ελληνικές στατιστικές», δεν είναι καθόλου εύκολο να ζητήσουμε να μας εμπιστευθούν. Αν ακόμη διατηρείτε αμφιβολίες, ακούστε κι αυτό.
Η Ελλάδα παίρνει τη χειρότερη βαθμολογία (μαζί με τη Μάλτα) σε ό,τι αφορά τη διαφάνεια σε ζητήματα διαχείρισης αγροτικών πόρων και, προφανώς, επιδοτήσεων. Σύμφωνα με το www.farm subsidy.org η Σουηδία καλύπτει τα κριτήρια κατά 92%, η Γαλλία κατά 46%, 44% η Ισπανία και μόνον κατά 25% η πατρίδα μας. Οι ελιές που δηλώνονται στην Κρήτη είναι τόσο πολλές, που δεν θα χωρέσουν ποτέ στα χωράφια που δηλώνουμε. Ιδιαίτερα αν μετρήσουμε όσα χωράφια δεν έχουν μετατραπεί σε ξενοδοχειακή επιχείρηση ή ακριβή γη παραθεριστική κατοικίας. Σε πρόσφατο δημοσίευμα των New York Times (!) υπήρχε μια απίθανη διήγηση ότι για να έχει παραχθεί τόσο λάδι όσο δηλώθηκε στην Κρήτη, «θα έπρεπε να έχουμε φυτέψει με ελιές όλη τη θάλασσα μέχρι τη Σαντορίνη» (http://www.nytimes.com/2009/12/28/ world/europe/28olives.html).
Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα. Η Ευρώπη συμφώνησε να καταργήσει τα εμπόδια στην είσοδο και εμπορία γεωργικών προϊόντων από τον Τρίτο Κόσμο από το 2013. Επραξε σοφά και δίκαια όσο και πολύ καθυστερημένα. Το ελληνικό βαμβάκι θα ανταγωνίζεται και πάλι το αιγυπτιακό όπως στην εποχή της οθωμανικής εξουσίας. Ακόμη και η Γαλλία, χώρα παραδοσιακά ωφελημένη από τις τεράστιες επιδοτήσεις, διερευνά με βήμα ταχύ ποιες αλλαγές πρέπει να κάνει. Οι επιδοτήσεις ήταν ένα εργαλείο διατροφής μιας ρημαγμένης ηπείρου. Εγιναν υπόδειγμα κοινοτικής πολιτικής. Και, τελικά, το καταλληλότερο παράδειγμα της ευρωπαϊκής διαφθοράς.
Οι επιδοτήσεις πέθαναν.
Δεν υπάρχει κανείς λόγος να πεθάνει μαζί τους η ελληνική γεωργία.
Ούτε, βεβαίως, οι (πραγματικοί) Ελληνες αγρότες.
Του Μπαμπη Παπαδημητριου
Πηγή Καθημερινή
24.1.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου