ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ;
Το πνεύμα του Συντάγματος και η ευθύνη της Δημοκρατίας
Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Ι. Η σχεδόν ταυτόχρονη υποβολή πρότασης για τη σύσταση αφενός εξεταστικής και αφετέρου προανακριτικής επιτροπής προσφέρει μοναδική ευκαιρία να ξεκαθαρίσουμε μια σύγχυση την οποία προκαλούσε επιτηδείως η Νέα Δημοκρατία μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας. Πρόκειται για την προσπάθειά της να τεθεί ουσιαστικά εκ ποδών η πολιτική ευθύνη και να χειραγωγηθούν οι διαδικασίες για την απόδοση ποινικής ευθύνης. Είναι χρήσιμο να θυμίσουμε τη στάση που ακολουθούσε σταθερά η κυβέρνηση ως προς το αίτημα για τη σύσταση εξεταστικών επιτροπών, την οποία αναγκάστηκε πάντως να εγκαταλείψει άρον άρον υπό το βάρος της απίστευτης υπόθεσης της Μονής Βατοπαιδίου.
Κάθε φορά που προτεινόταν η σύσταση εξεταστικής επιτροπής αντέτεινε επίμονα ότι έχει επιληφθεί η Δικαιοσύνη και απέκλειε έτσι, έως ότου ολοκληρωθεί η δικαστική έρευνα, την άσκηση της σχετικής αρμοδιότητας της Βουλής. Την άποψη αυτή επέβαλλε σε όλες τις υποθέσεις στις οποίες ανέκυπτε ζήτημα πολιτικής ευθύνης μελών της. Η εμμονή σε αυτή τη θέση συνιστούσε πρωτοφανή μεθόδευση, γιατί έτσι συγχέονταν η πολιτική με την ποινική ευθύνη και δεν επέτρεπε την απόδοση της πρώτης σε όσους έβλαπταν το δημόσιο συμφέρον.
ΙΙ. Σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα, κοινοβουλευτικό ή προεδρικό, πολιτική και ποινική ευθύνη είναι θεσμοί σαφώς διακριτοί μεταξύ τους ως προς το αντικείμενο, τον σκοπό και την ακολουθητέα διαδικασία. Στο πλαίσιο της πρώτης ελέγχονται τα μέλη της κυβέρνησης για πράξεις ή παραλείψεις τους που βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον ή για συμπεριφορές που συνιστούν προσβολή των θεσμών. Αντιθέτως, στο πλαίσιο της ποινικής ευθύνης ερευνάται η διάπραξη αξιοποίνων πράξεων και, στη συνέχεια, ασκείται ποινική δίωξη. Για την αναζήτηση της πρώτης αρμόδια είναι η Βουλή, με τα μέσα κοινοβουλευτικού ελέγχου που προβλέπουν το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της, ενώ στη δεύτερη αρμόδιες, κατά σειρά, είναι οι δικαστικές αρχές και, μετά τη διαβίβαση του φακέλου της υπόθεσης, η Βουλή.
Τόσο η εξεταστική όσο και η προανακριτική επιτροπή διαθέτουν τη δική τους θεσμική ταυτότητα, ρυθμίζονται στο Σύνταγμα και στον Κανονισμό της Βουλής, αποβλέπουν, δε, εν τέλει στον καταλογισμό πολιτικής και, αντιστοίχως, ποινικής ευθύνης. Με την περάτωση του έργου της εξεταστικής επιτροπής ενδέχεται να τεθεί και ζήτημα ποινικής ευθύνης, οπότε επικαιροποιείται η σύσταση προανακριτικής επιτροπής, εφόσον βεβαίως δεν έχει επέλθει η παραγραφή του αξιοποίνου των αδικημάτων. Μετά τη γνώμη των εισαγγελικών λειτουργών οι οποίοι είχαν αναλάβει την προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση της Μονής Βατοπαιδίου ότι εντοπίζονται στοιχεία ευθύνης μελών της κυβέρνησης, ο φάκελος θα έπρεπε να διαβιβαστεί αμελλητί στη Βουλή, προκειμένου αυτή να αποφανθεί για την άσκηση ποινικής δίωξης εις βάρος τους και, στη συνέχεια, να παραπέμψει την υπόθεση στο Ειδικό Δικαστήριο.
ΙΙΙ. Οποιος διαβάσει με προσοχή τον πίνακα των συμβολαίων ανταλλαγής μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και της Μονής Βατοπαιδίου αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να στοιχειοθετηθεί ευχερώς ποινική ευθύνη όσων υπουργών έχουν, άμεσα ή έμμεσα, εμπλακεί στην υπόθεση. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η υπερεκτίμηση των ακινήτων που παραχωρούσε η Μονή και η υποεκτίμηση της αξίας των ακινήτων που πρόσφερε το Δημόσιο, καθώς επίσης ο αποχαρακτηρισμός τους ως δασικών εκτάσεων ή προστατευτέων οικοτόπων. Τέλος, μοναδικό είναι το φαινόμενο να ακυρώνονται συμβόλαια, προκειμένου να χωρήσει λίγες ημέρες αργότερα ανταλλαγή ακινήτων υπέρ της Μονής με μεγαλύτερη αξία. Αυτή η πρακτική σε όλες τις διατάσεις της δεν έχει προηγούμενο, είναι δε αδιανόητη σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα έγιναν με άνωθεν εντολές.
Μένει να δούμε αν θα συσταθεί μόνο εξεταστική ή και προανακριτική επιτροπή, στη δεύτερη, δε, περίπτωση πώς θα λειτουργήσουν παράλληλα. Το πρόβλημα της λειτουργίας τους σε κάθε εκδοχή είναι άλλωστε, όπως αποδεικνύει η κοινοβουλευτική εμπειρία των τελευταίων χρόνων, ιδιαίτερα σημαντικό. Δεν αποκλείεται πράγματι ορισμένα κόμματα να επιχειρήσουν να την υπονομεύσουν με διαφόρους τρόπους. Τα παραδείγματα του παρελθόντος είναι άλλωστε αποκαλυπτικά. Σε μια υπόθεση που συγκινεί και αφήνει άναυδη τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, μια ανάλογη στάση θα τα εξέθετε πάντως ανεπανόρθωτα. Εκτός αυτού, είναι αμφίβολο αν στην πολιτική ρευστότητα που κυριαρχεί καταστεί τελικώς δυνατή η ολοκλήρωση των εργασιών τους. Στην περίπτωση αυτή, όσες πράξεις ή παραλείψεις ανάγονται στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο (2004 - 2007) θα μείνουν ατιμώρητες.
IV. Η επιτήδεια προσπάθεια να ματαιωθεί η αναζήτηση πολιτικής ευθύνης και η συνταγματική ρύθμιση για την ποινική ευθύνη των υπουργών, ιδίως ως προς την παραγραφή του αξιοποίνου, που στηρίζεται σε αρχαϊκές και παρωχημένες αντιλήψεις, δημιουργούν ασφυξία στο πολίτευμά μας. Θα έπρεπε κάποτε να αντιμετωπίσουμε με ανοικτό πνεύμα το άρθρο 86 του Συντάγματος και να επιδείξουμε μεγαλύτερη ευαισθησία για την πολιτική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης.
Η δημοκρατία γεννήθηκε, εξελίχθηκε και ωρίμασε ως πολίτευμα ευθύνης. Δημοκρατία χωρίς πολιτική και ποινική ευθύνη ήταν πάντοτε - και φυσικά εξακολουθεί να είναι - αδιανόητη. Αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα θέλει να αγνοεί επίμονα η κυβέρνηση. Η δυσπιστία της προς τον θεσμό των εξεταστικών επιτροπών και η προσπάθειά της να χειραγωγήσει διαδικασίες που αναφέρονται στην ποινική ευθύνη υπουργών καταστρατηγούν το πνεύμα του Συντάγματος, πλήττουν τόσο τη Βουλή όσο και τη Δικαιοσύνη και παραβιάζουν θεμελιώδεις κανόνες για τη σχέση βασικών κρατικών οργάνων.
Ο κ. Γιώργος Παπαδημητρίου είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, βουλευτής Επικρατείας του ΠαΣοΚ.
ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ
19.10.08
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου